ΙΕΡΟΝ ΤΑΓΜΑ ΚΕΧΡΙCΜΕΝΩΝ ΒΟΥΚΕΛΑΡΙΩΝ
Η “Φιλόχριστος των Ρωμαίων Πολιτεία (Αυτοκρατορία της Ρωμανίας/Βυζαντινή Αυτοκρατορία)” ιδρύθηκε το 324 μ.Χ. από τον Θεόστεπτο, Θεοδήγητο και Ισαπόστολο Αυτοκράτορα και Άγιο Μέγα Κωνσταντίνο προκειμένου να αποτελέσει στη συνέχεια την πρώτη Χριστιανική Αυτοκρατορία.
Ο ίδιος θέσπισε ένα πυραμιδοειδές σύστημα ιεραρχικής δομής της αποτελούμενο από διάφορες Τάξεις και βαθμούς Ευγενείας, ως αντανάκλαση και επίγειο σκέλος της ιεραρχίας του Ουρανίου Βασιλείου, που εστέφετο από την Συγκλητική Αριστοκρατία, μεταξύ των μελών της οποίας εξελέγετο ο εκάστοτε Αυτοκράτωρ.
Τα μέλη των Συγκλητικών Οίκων της “Φιλοχρίστου των Ρωμαίων Πολιτείας” από τον 6ο αι., απέκτησαν το προνόμιο να συντηρούν «Οικία», δηλ. προσωπική φρουρά, η οποία δεν ήταν άλλη από τo θρυλικό και ένα από τα πλέον επίλεκτα, ηρωικά και αξιόμαχα Καβαλλαρικά (= Ιπποτικά) Τάγματα της Αυτοκρατορίας, που ίδρυσε το 514 ο Έλληνας, 14ο΅χρονος μαθητής τότε, από τη Γερμανίκεια της Θράκης, επίσης Συγκλητικής καταγωγής και μετέπειτα πολυνίκης και αήττητος Στρατηγός του Αυτοκράτορος Ιουστινιανού, Κυρ Φλάβιος, Μάγιστρος της Επαρχότητος της Ανατολής, Δομέστικος των Εξκουβιτών και πρώτος Μέγας Πάτρων των Βουκελαρίων ο Βελισάριος, ο οποίος είχε την έμπνευση να συνδυάσει τον τρόπο μάχης των ευέλικτων Ούννων Ιπποτοξοτών, που μάχονταν ως ακροβολιστές, με εκείνον των Καταφράκτων Γότθων ιππέων, που μάχονταν εκ του συστάδην, σε ένα Τάγμα άριστα και σκληρά εκπαιδευμένων Καβαλλαρίων (= Ιπποτών) διπλού ρόλου, που πήραν την ονομασία «Βουκελάριοι».
Θα πρέπει να διευκρινιστεί ότι ο Βυζαντινός Στρατός αποτελείτο από δύο γενικές κατηγορίες:
α) Από τον Θεματικό Στρατό στον οποίο δεν υπηρετούσαν Ευγενείς και Αριστοκράτες πλην εκείνων που τον διοικούσαν, καθώς και β) από τον τον Βασιλικό ή Ταγματικό Στρατό τον οποίο αποτελούσαν τα επίλεκτα Τάγματα της Ανακτορικής Φρουράς όπου υπηρετούσαν ως επί το πλείστον γόνοι Συγκλητικών Οίκων.
Επικεφαλής του Θεματικού Στρατού ορίζονταν Στρατηγοί, ενώ επικεφαλής του Βασιλικού ή Ταγματικού Στρατού ορίζονταν Δομέστικοι.
Επομένως στη “Φιλόχριστο των Ρωμαίων Πολιτεία”, ο όρος “Τάγμα” αναφερόταν αποκλειστικώς και μόνον στα επίλεκτα εκείνα Σώματα της Ανακτορικής Φρουράς τα οποία αποτελούσαν τις ειδικές δυνάμεις της Αυτοκρατορίας, και είχαν μεταξύ άλλων το προνόμιο να ανακηρύσσουν τον Αυτοκράτορα που είχε εκλεγεί προηγουμένως από τη Σύγκλητο.
Υπό την έννοια αυτή οι Βουκελάριοι κατά την ίδρυσή τους δεν αποτελούσαν Βασιλικό Τάγμα, δεδομένου ότι δεν ανήκαν στην Ανακτορική Φρουρά, δηλ. στον Βασιλικό ή Ταγματικό Στρατό των Συγκλητικών και Ευγενών.
Όμως η δομή, η ιδεολογία και η εν γένει λειτουργία τους παρέπεμπε στα Αριστοκρατικά ιδεώδη των Ταγμάτων του Βασιλικού Στρατού της Ανακτορικής Φρουράς…
Επιπλέον οι Συγκλητικοί, τους οποίους ο ίδιος ο Βασιλεύς ανεγνώριζε ως ομοτραπέζους του, ανεγνώριζαν κι εκείνοι με τη σειρά τους ως ομοτραπέζους τους τους Βουκελαρίους της Οικίας (= Φρουράς) του Οίκου τους.
Συμφώνως προς την Βυζαντινή Εθιμοτυπία, προκειμένου να λαμπρυνθεί κάποιος επ’ Ευγενεία δεν αρκούσε η δι’ ορκωμοτικού πρόβληση κάποιου κατά τη διάρκεια επισήμου τελετής, ούτε η περιβολή (ένδυσή) του με αλλάξιμη (επίσημη) στολή, ούτε η χρύσωσίς (περικόσμησίς) του με σταυρούς (διάσημα), ούτε καν η απονομή μολυβδοβούλου ή χρυσοβούλου διπλώματος που συνοδευόταν από κατάλεξη και αρίθμησή του, αλλά έπρεπε επιπλέον να προσκληθεί σε Βασιλικό Κλητώριο ( επίσημο τελετουργικό δείπνο), στο οποίο συμμετείχαν και άλλοι Λαμπρυνόμενοι επ’ Ευγενεία…
Η μη πρόσκλησή του σήμαινε τη μη αποδοχή του μεταξύ των Τάξεων των Ευγενών και κατ’ επέκταση την αναστολή των προνομίων του…
Όμως οι Βουκελάριοι, αν και αρχικώς δεν ελαμπρύνοντο επ’ Ευγενεία ex origo (εκ καταγωγής) και ως εκ τούτου δεν μπορούσαν να ανήκουν στα Βασιλικά Τάγματα της Ανακτορικής Φρουράς, εντούτοις αναγνωρίζονταν ως Ομοτράπεζοι των Συγκλητικών, επειδή είχαν κερδίσει την απόλυτη εμπιστοσύνη τους ιδίως με την Αρετή τους, την αφοσίωσή τους, αλλά και με τις ανδραγαθίες τους στο πεδίο της μάχης …
Νεώτερες όμως έρευνες έφεραν στο φως Μολυβδόβουλο Δομεστίκου των Βουκελαρίων, γεγονός το οποίο αποδεικνύει ότι το Τάγμα συγκαταλέχθηκε τελικώς μεταξύ των Επιλέκτων Ταγμάτων του Βασιλικού Στρατού, ως ισότιμο Βασιλικό Τάγμα.
Η λέξη «Βουκελάριος» ετυμολογείται από τη λέξη «Βουκάκρατον», η οποία παράγεται από τις λέξεις «Βούκα», δηλ. μπουκιά, όπως ονομαζόταν εκείνη την εποχή το Σώμα Κυρίου της Θείας Ευχαριστίας ή/και ο Άρτος της Αρτοκλασίας που αποτελεί τύπο Του και «Άκρατος», δηλ. ανόθευτος οίνος, που συμβολίζει το Αίμα της Αιωνίου Ζωής του Κυρίου, το μη προσμεμιγμένο με το ύδωρ του θανάτου που έρευσε όταν ο Ιησούς παρέδωσε το Πνεύμα επάνω στο Σταυρό καθώς και από τη λέξη «Κελλάριος» που σημαίνει «Φύλαξ».
Υποδηλώνει επίσης και τον Φύλακα της Ακολουθίας της Αρτοκλασίας εκείνης όπου συμμετείχαν ως Ομοτράπεζοι των Συγκλητικών, στους Οίκους των οποίων στράτευαν.
Η Αρτοκλασία αυτή πιθανώς ετελείτο με «Βουκέλα», που ήταν ένας άρτος σε σχήμα κρικέλλας ενώ κατέληγε σε χρίση των συμμετεχόντων από το λάδι της κανδήλας του προστάτου του Τάγματος Αγίου Γεωργίου.
Τον μεσαίωνα συνήθιζαν να φυλάσσουν τον Άρτο της Αρτοκλασίας και εν προκειμένωι της Βουκελοκλασίας, που αποτελούσε τύπο του Σώματος του Χριστού, ως φυλαχτό για να τους προστατεύει στις μάχες.
Επίσης η λέξη Βουκελάριος υποδηλώνει τον Φύλακα της Θείας Ευχαριστίας, ιεροτελεστία η οποία ήταν αναποσπάστως συνδεδεμένη και χαρακτήριζε την «Βασιλική και Ιερατική Τάξη του Μελχισεδέκ», αιώνιος Αρχιερέας της οποίας είναι συμφώνως προς την προς Εβρ. επιστολή του Απ. Παύλου ο ίδιος ο Ιησούς Χριστός.
Αξίζει να σημειωθεί ότι και ο ιδρυτής του Τάγματος των Βουκελαρίων έχει ιστορηθεί τον 6ο αι. σε ψηφιδωτό του Αγίου Βιταλίου της Ραβένας φέρων επί του δεξιού του ώμου φλαμουλίσκιο με το έμβλημα της Τάξεως Μελχισεδέκ.
Σε λεξικό του 16ου-17ου αι. οι Βουκελάριοι μνημονεύονται ως «Φύλακες του Σώματος», «Φύλακες της Θείας Ευχαριστίας», καθώς και ως μυστικοσύμβουλοι, σωματοφύλακες και ομοτράπεζοι των Συγκλητικών.
Το «ομοτράπεζοι», σύμφωνα με την Βυζαντινή Εθιμοτυπία, σήμαινε ότι οι οικοδεσπότες Συγκλητικοί επειδή εκτιμούσαν την ιδιαίτερη προσωπική αξία και αρετή των Βουκελαρίων τους, παρέβλεπαν το γεγονός ότι δεν κατάγονταν από κάποιο Συγκλητικό Οίκο και τους αναγνώριζαν ένα είδος προσωποπαγούς οιονεί Ευ-γενείας, ενώ παράλληλα τους τιμούσαν με διάφορα προνόμια, όπως π.χ. τους δέχονταν στον Κύκλο τους ως Ομοτράπεζους, ίσως κατά την Ακολουθία της Βουκελοκλασίας, τους κυριοκαλούσαν (= προσφωνούσαν τιμητικώς) «Οικείους» και τους ανέθεταν τιμητικά καθήκοντα “Αυλικών” και «Αυλαρχών» των Συγκλητικών Οίκων τους.
Ως «Οικείοι» ή «Οικειακοί» άνθρωποι οι Βουκελάριοι ανήκαν στο περιβάλλον των Συγκλητικών, με τους οποίους τους συνέδεε εκδούλευση και πίστη, μεγαλύτερη μεν από εκείνη του οικιακού υπηρέτη («Οικέτου»), του δούλου, του παροίκου ή του κρατικού υπαλλήλου, αλλά ανεξάρτητη των συνηθειών υποτελείας.
Οι «Οικείοι Βουκελάριοι» οικειοθελώς, αυτοβούλως και με υπέρμετρη ανδρεία υποστήριζαν και προστάτευαν τους Λαμπρότατους (= Συγκλητικούς) Οίκους, στις Οικίες των οποίων υπηρετούσαν και μάλιστα για ιδεολογικούς κυρίως λόγους, διακινδυνεύοντας πολλές φορές τη ζωή τους, ενώ δεσμεύονταν μαζί τους με επίσημο Όρκο για να τους ακολουθούν ακόμα και στην εξορία.
Οι Βουκελάριοι, εκτός από «Φύλακες του (Αθανάτου) Σώματος του Χριστού», είχαν μεταξύ άλλων και τα προνομιούχα καθήκοντα των «Προστατών των Πριγκίπων», των «Ακολούθων», των «Ιπποκόμων», των «Οικονόμων» καθώς και των «Παραμυθούντων» δηλ. των «Συμβούλων» (εκ του «Παραμυθέομαι» = συμβουλεύω, προτρέπω, ενθαρρύνω, παρηγορώ, καθησυχάζω, παρακινώ, παροτρύνω, ανακουφίζω, παραινώ, υποδεικνύω) εκείνων των Συγκλητικών που τους προσελάμβαναν στην υπηρεσία τους.
Όταν δε Βουκελάριοι προσελήφθησαν στην υπηρεσία κάποιων δυτικών φεουδαρχών, μεταλαμπάδευσαν, στα μέρη όπου υπηρέτησαν, τις αρχές των Ιπποτικών ιδεωδών, από τις οποίες θα διέπονταν πλέον, μετά από 6 περίπου αιώνες, όλα τα γνωστά Ιεροπολεμικά Τάγματα, μεταξύ των οποίων και το Τάγμα των Ιππποτών του Ναού.
Ίσως δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι ο Ναΐτης και Διδάσκαλος της Ιπποσύνης Raymond Lull χαρακτηρίζει την Ιπποσύνη ως 8ο Μυστήριο, επειδή είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με το καθήκον της Αποστολής, το οποίο είχε προηγουμένως ενσωματωθεί στην ιδεολογία των Βουκελαρίων και πηγάζει από την «Βασιλική και Ιερατική Τάξη του Μελχισεδέκ», ενώ συνοψίζεται σε Ευαγγελικές ρήσεις που αναφέρονται στην προστασία των αδυνάτων: «Εκείνοι που έχουν πρόθεση να είναι άρχοντες των εθνών επιβάλλουν την απόλυτη κυριαρχία τους πάνω σε αυτά και όσοι έχουν μεγάλα αξιώματα μεταχειρίζονται τους λαούς σαν δούλους τους. Μεταξύ σας όμως δεν θα είναι έτσι» (Κατά Μάρκον 10,42-44), την υπηρεσία υπέρ των πολλών: «Αν κάποιος θέλει να είναι πρώτος, θα είναι από όλους τελευταίος και υπηρέτης όλων» (Κατά Μάρκον 9,35) κλπ. Αξίζει εδώ να αναφερθεί ότι οι αρχαίοι Έλληνες Βασιλείς ήταν ταυτόχρονα και Αρχιερείς, ακόμη και ο εκ των Αρχόντων της αρχαίας Δημοκρατίας της Αθήνας, ο Βασιλεύς, είχε αρχιερατικά καθήκοντα.
Τέλος σημειώνεται ότι αν και κατά τον 2ο αιώνα μ.Χ. εμφανίσθηκε πλήθος αιρετικών καλούμενοι «Μελχισεδεκίτες» που πρέσβευαν τον Μελχισεδέκ της Βίβλου ως “μεγάλη δύναμη” που υπερείχε ακόμη και του Ιησού, εκτός της Αγίας Γραφής δεν υπάρχει καμία άλλη ιστορική πηγή που να αναφέρεται στο θέμα αυτό .
Τέλος σημειώνεται ότι αν και κατά τον 2ο αιώνα μ.Χ. εμφανίσθηκε πλήθος αιρετικών καλούμενοι «Μελχισεδεκίτες» που πρέσβευαν τον Μελχισεδέκ της Βίβλου ως “μεγάλη δύναμη” που υπερείχε ακόμη και του Ιησού, εκτός της Αγίας Γραφής δεν υπάρχει καμία άλλη ιστορική πηγή που να αναφέρεται στο θέμα αυτό .
Όπως οι Αρχάγγελοι μάχονται υπέρ του Ουρανίου Βασιλείου, ομοίως και οι Βουκελάριοι αποτελούν τύπο τους στο επίγειο Βασίλειο, η ιεραρχική δομή του οποίου στέφεται από τη Συγκλητική Αριστοκρατία, ενώ τα μέλη της αποτελούν – συμφώνως προς την εθιμοτυπία της Βυζαντίου Αυλής (βλ. Αυτοκράτορος Κωνσταντίνου Πορφυρογεννήτου “Έκθεσις περί της Βασιλείου Τάξεως”) τύπο των Αποστόλων του Ιησού Χριστού, που οι Βουκελάριοι υπερασπίζουν με γενναιότητα και αυταπάρνηση.
Ο επισείων των Βουκελαρίων ήταν αρχικώς λευκός, εραλδικό χρώμα που παραπέμπει στη Σύγκλητο και στον Συγκλητικής καταγωγής ιδρυτή του Τάγματος Κυρ Φλάβιο τον Βελισάριο.
Εν συνεχεία έφερε ερυθρό σταυρό επί λευκού πεδίου, έμβλημα που υιοθέτησε μετά από 6 αιώνες το Τάγμα των Ιπποτών του Ναού και αργότερα το Τάγμα της Περικνημίδος.
Αξίζει να σημειωθεί ότι συμφώνως προς τις δυτικές μεσαιωνικές παραδόσεις το ίδιο έμβλημα παρεχώρησε ο Ελληνικής καταγωγής Ρωμαίος Συγκλητικός, Μαθητής και Απόστολος του Ιησού Χριστού, Ιωσήφ της Αριμαθαίας στην Αδελφότητα των «Φυλάκων του Αγίου Δισκοπότηρου».
Οι 5 ερυθρές γλώσσες του δρακοντείου φλαμούλου (= επισείοντος) των Βουκελαρίων συμβολίζουν μεταξύ άλλων τις Πλατωνικές Αρετές[1], τον αριθμό του (Τελείου) ανθρώπου, την πεμπτουσία της δημιουργίας, τον αριθμό της αρμονίας και της χρυσής τομής κ.ά..
Επειδή οι Βουκελάριοι εμφορούνταν από ένα ισχυρό, ομαδικό πνεύμα αλληλεγγύης, ήταν οι μόνοι που δεν άφηναν τους τραυματίες να πεθάνουν στο πεδίο της μάχης, όπως συνέβαινε τότε.
Είχαν μάλιστα ένα ειδικό σώμα που αποκαλείτο «Ιατροί-Σκρίβονες-Δηποτάτοι», οι οποίοι ίππευαν επί του αυτού ίππου με τον τραυματία που διέσωζαν κατά τη μάχη και γι αυτό ο ίππος τους έφερε διπλό αναβολέα, προκειμένου να τον μεταφέρουν με ασφάλεια για νοσηλεία στα «Οσπίτια» δηλ. στα κέντρα υποδοχής, φιλοξενίας, περιθάλψεως και νοσηλείας του Τάγματος που ίδρυσε ο Συγκλητικής καταγωγής Άγιος και Πατριάρχης Αλεξανδρείας Κυρ Ιωάννης ο Ελεήμων εκ του Λαμπροτάτου (= Συγκλητικού) Οίκου των Επιφανιδών, για τις ανάγκες τους κατά τους Περσικούς Πολέμους.
Η ανάμνηση αυτής της τακτικής υιοθετήθηκε έπειτα από επτά περίπου αιώνες από το Τάγμα των Ιπποτών του Ναού και αποτυπώθηκε στην επίσημη σφραγίδα του, ενώ μεσαιωνικά Ιεροπολεμικά Τάγματα όπως του Αγ. Ιωάννου και του Αγίου Λαζάρου εμπνεύστηκαν από αυτές τις αρχές και τα ιδανικά των Βουκελαρίων προκειμένου να αναβιώσουν τον θεσμό των Βυζαντινών Οσπιτίων του Τάγματος και γι΄αυτό ονομάστηκαν “Οσπιταλιερικά”.
Οι Ναΐτες Ιππότες δεν εμπνεύσθηκαν απλώς από τα σύμβολα και την φιλοσοφία των Βουκελαρίων προκειμένου να ιδρύσουν το Τάγμα τους, αλλά κυριολεκτικώς αντέγραψαν τον οπλισμό, την εκπαίδευση και τις πολεμικές τακτικές τους, όπως αναφέρονται αναλυτικώς από τον Αυτοκράτορα Λέοντα Στ΄ τον Σοφό στο Έργο του «Τακτικά», με το οποίο διασκεύασε το «Στρατηγικόν» του Αυτοκράτορος Μαυρικίου, που αφορούσε το «Τάγμα των Βουκελαρίων» και απαλείφοντας την ονομασία τους μέσα στο κείμενο, το μετέτρεψε σε υπόδειγμα επεκτείνοντας τη χρήση του σε όλες τις Αυτοκρατορικές Καβαλλαρικές Τάξεις, οι οποίες θα έπρεπε στο εξής να είναι οργανωμένες κατά το πρότυπο του Τάγματος των «Βουκελαρίων».
Αναδημοσιεύεται από εδώ
Αναδημοσιεύεται από εδώ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου