Σάββατο 27 Σεπτεμβρίου 2014

"Όσο υπάρχει Ανατολή" Παρουσίαση του βιβλίου της Κωνσταντίνας Μόσχου



Με χαρά μου “ντύνω” εικαστικά, με έργα μου και ένα μικρό βίντεο, την παρουσίαση του βιβλίου της Κωνσταντίνας Μόσχου “Όσο υπάρχει Ανατολή”, που η υπόθεσή του τοποθετείται στο Βυζάντιο.
Το χάσιμο των κτημάτων από τους “Δυνατούς”, που αναφέρεται εδώ, ήταν ένας από τους βασικούς λόγους που παράκμασε το ακριτικό αμυντικό σύστημα της Αυτοκρατορίας, που βασίζονταν οικονομικά στην μικρή και μεσαία ιδιοκτησία γης, που χρηματοδοτούσε την ραχοκοκαλιά του “Θεματικού” στρατού.
Η παρουσίαση θα γίνει στο Πολιτιστικό-Συνεδριακό κέντρο του Δήμου Περιστερίου, Εθν. Αντιστάσεως κ Καραθεοδωρή, την Παρασκευή 17 Οκτωβρίου 2014.
Δημήτρης Σκουρτέλης


Η Κωνσταντίνα Μόσχου, γνωστή και από τα αστυνομικά της μυθιστορήματα, τα οποία έγραψε μαζί με τη Γεωργία Παπαλυμπέρη, σε τούτο το ιστορικό μυθιστόρημα μας μεταφέρει στον Μεσαίωνα, στο 1050 μ.Χ. κάπου στο Βυζάντιο. Είναι η εποχή που πεθαίνει η αυτοκράτειρα Ζωή, μια σκοτεινή προσωπικότητα με συζύγους και εραστές. Όλα αρχίζουν στο αγρόκτημα κάποιου Σταυριανού, απόγονου ενός Ακρίτα, δηλαδή στρατιώτη που φύλαγε τα σύνορα της Ανατολικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, όπου ζουν μερικά πρόσωπα, οι ήρωες και οι ηρωίδες του μυθιστορήματος.
Πρώτα πρώτα η όμορφη Μαρτίνα, κόρη ενός ανθρώπου από τη Δύση, τυχοδιώκτη που τραβούσε για την Πόλη, ο οποίος την πούλησε στον Σταυριανό για λίγα χρυσά νομίσματα, και ο Αγαπητός, πρώην μοναχός, που την αγαπάει με τον δικό του τρόπο, έστω κι αν εκείνη τον αποφεύγει. Γυναίκα του Σταυριανού είναι η Κοραλλία και πεθερά του η Ευδοκία. Τα παιδιά του ζευγαριού, ευαίσθητα και έξυπνα, είναι ο Ακύλλας και η Ηλιοστάλαχτη. Κάπου έξω από το κτήμα ζει η Λαλένια, πλάσμα δαιμονικό και ίσως επικίνδυνο, με άγνωστο παρελθόν και αβέβαιο μέλλον.
Όλοι αυτοί ζουν ειρηνικά, όχι όμως χωρίς προστριβές, όταν ξαφνικά εμφανίζονται ληστές, άτομα που κυνηγούν θησαυρούς και είναι έτοιμα να διαπράξουν ακόμα και έγκλημα. Μόνο που το πρώτο θύμα που δολοφονείται σ' ένα μοναστήρι είναι ένας από τους ληστές.
Εκτός από μεσαιωνική περιπέτεια, το Όσο υπάρχει Ανατολή είναι ένα μυθιστόρημα για την αγάπη και το μίσος, για τις σχέσεις ανδρών και γυναικών, για το κυνήγι του χρήματος και την απληστία. Στο οπισθόφυλλο του βιβλίου διαβάζουμε πως «η Ιστορία επαναλαμβάνεται» παρακμιακά, υποχθόνια, ενώ στις εσωτερικές σελίδες γίνεται λόγος για τους Δου Νου Του, που θέλουν να πάρουν τα σπίτια του κόσμου. Ασφαλώς δεν πρόκειται για το γνωστό μας Δ.Ν.Τ., αλλά για τους Δυνατούς, ανθρώπους που εποφθαλμιούσαν το κτήμα του Σταυριανού.
Επίσης, διαβάζουμε πως το κράτος δεν παίζει με τίμιους όρους το παιγνίδι, πως «όλα είναι εξαγοράσιμα από τους κρατικούς υπαλλήλους». Ακόμα μαθαίνουμε πως για να πληρώσουν εκείνα που χρωστούν, οι αγρότες πρέπει να πουλήσουν τα κτήματά τους και ύστερα να ξενιτευτούν.

Περιέργως, στο μυθιστόρημα υπάρχουν και μερικοί στίχοι του Καβάφη, ο οποίος έζησε στον εικοστό αιώνα, κι αυτό η συγγραφέας το αποδίδει στο ότι στην Ευδοκία έρχονταν φωνές και οράματα από το μέλλον...Τελικά, έχοντας μελετήσει πολλά βιβλία και ιστορικά εγχειρίδια, η Κωνσταντίνα Μόσχου κατάφερε να μας χαρίσει ένα μυθιστόρημα με το άρωμα μιας σχεδόν ξεχασμένης εποχής, και να μιλήσει για ήθη κι έθιμα που έχουν εκλείψει.

Τρίτη 23 Σεπτεμβρίου 2014

Το άλογο, ένας δαπανηρός σύμμαχος



Σε ότι αφορά την λεκάνη της Ανατολικής Μεσογείου, (Αίγυπτος, Συρία, Μικρά Ασία, Μεσοποταμία) το άλογο ως πολεμικό ζώο εισήχθη γύρω στα 2000-1700 πΧ, πιθανότατα από την Σκυθία. Στην Ελλάδα η χρήση του ήταν περιορισμένη κατά την αρχαιότητα, κύρια για γεωγραφικούς-οικονομικούς λόγους, όπως θα δούμε, και η κατοχή αλόγων ήταν δείγμα εξαιρετικού πλούτου. Η αρχική χρήση του αλόγου στον πόλεμο ήταν σαν ζώο έλξης, για τα άρματα. Πρώτοι οι Ασσύριοι το χρησιμοποίησαν ως ιππικό, γύρω στα 600 πΧ., επηρεασμένοι και πάλι από τους νομάδες της Σκυθίας.

Το άλογο χρειάζεται μεγάλα και καλά βοσκοτόπια, και επιπλέον καλλιεργημένους καρπούς (κριθάρι κλπ) Ακόμα, η αντοχή του και η απόδοση έργου που προσφέρει, είναι αντιστρόφως ανάλογη με την κατανάλωση τροφής από αυτό, τόσο σε ποσότητα όσο και ποιότητα, αν το συγκρίνουμε με τα συγγενή ζώα, το γαϊδούρι και το μουλάρι, που είναι πολύ πιο αποδοτικά, ανθεκτικά και λιτοδίαιτα. 


Ένα άλογο χρειάζεται 6-8 κιλά πράσινη τροφή και 7-8 κιλά καρπό την ημέρα. Για να ζήσει μόνο με βοσκή, απαιτεί περίπου 70 τ. μ. καλού βοσκότοπου κάθε μέρα. Σε ξηρές ή άγονες περιοχές αυτός ο χώρος δεκαπλασιάζεται. Στο Μεσογειακό κλίμα χρειάζεται αρδευόμενη βοσκή το καλοκαίρι, και στο Βόρειο κλίμα συναγμένη ξερή χορτονομή τον χειμώνα. Επιπλέον, εάν το είδος του χόρτου ή του καρπού αλλάξει απότομα, το άλογο μπορεί να αρρωστήσει ή και να πεθάνει. Ένας από τους λόγους που οι Μογγόλοι νίκησαν τόσους «πολιτισμένους» στρατούς, ήταν η ιδιαίτερη αντοχή των αλόγων τους σε κάθε ταλαιπωρία και κάθε διατροφή.

Οι ποσότητες αυτές που χρειάζεται το άλογο για να τραφεί,  ήταν τεράστιες για τις αρχαίες και μεσαιωνικές κοινωνίες, όπου το φάσμα της πείνας ήταν ενδημικό και η γεωργική τεχνολογία πρωτόγονη. Όταν τα άλογα άρχισαν να πεταλώνονται, τα έξοδα έγιναν ακόμα μεγαλύτερα. Επιπλέον, ένα άλογο κατάλληλο για πόλεμο είχε δεκαπλάσια αξία από ένα κοινό άλογο.

Ο Βουκεφάλας κόστισε στον Φίλιππο της Μακεδονίας 13 τάλαντα, ένα ποσό που ισοδυναμούσε με τους μισθούς ενός εργάτη για εκατό χρόνια!  (ας μην ακούσω πια κανέναν να διαμαρτύρεται για την σύγχρονη «κούρσα των εξοπλισμών») Το Μεσαίωνα, ένα καλό πολεμικό άλογο στοίχιζε περίπου όσο ένας χρόνος απολαβών ενός μισθοφόρου πολεμιστή, και αν ήταν εξαιρετικό, πολύ περισσότερο. Στην Κωνσταντινούπολη, υπήρχαν ειδικοί εκτιμητές, αποκαλούμενοι «βόθροι» (!) που έπρεπε να εκτιμούν την αξία των αλόγων που πωλούνταν, υποχρεωτικά στον Φόρο του Αμαστριανού. Τα Ακριτικά Θέματα όφειλαν να προμηθεύονται άλογα με έξοδα του κάθε στρατιώτη. Ο πλούτος του πολεμιστή εκεί κρίνονταν από τον αριθμό των αλόγων του. ("πολυκάβαλοι", "μεγαλοαλογάτοι") Ιδιαίτερη μνεία γίνεται στα «αραβίτικα» άλογα, τα «φαρία» (η λ. είναι Αραβική). Κατά τεκμήριο, στα ακριτικά τραγούδια το άλογο είναι πάντα μαύρο, εξ ου και αποκαλείται συχνά (ο) «μαύρος».





Για τους λόγους που αναφέραμε η εκτροφή του αλόγου περιορίζονταν μόνο στους πλούσιους. Η ευαισθησία και οι απαιτήσεις του ζώου, οδήγησαν συχνά τους πολεμιστές να το ιππεύουν μόνο στη μάχη, μεταφερόμενοι εκεί με άλλο άλογο, ή μουλάρι, ή καμήλα, στην περίπτωση των Αράβων. Ήταν μια πρακτική κοινή τόσο στην αρχαιότητα όσο και τον Μεσαίωνα.

Αναρωτιόμαστε πραγματικά ποιοι ήταν οι λόγοι που οδήγησαν στην επιλογή του σαν βασικό πολεμικό ζώο, από την αρχαιότητα ως τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, ενώ παρουσίαζε τόσες ευαισθησίες και τόσες απαιτήσεις σε σχέση με το μουλάρι, που επιπλέον, είναι και εξυπνότερο.



Η μόνη δυνατή απάντηση είναι ότι το άλογο, εξ αιτίας ακριβώς των απαιτήσεών του, αλλά και της αναμφισβήτητης ομορφιάς του, έγινε σύμβολο ευγένειας, πλούτου και κύρους. Η χρήση του αλόγου στον πόλεμο, ήταν θέμα κοινωνικό, αισθητικό και πολιτιστικό, και όχι πρακτικό. Άλλωστε, ο πόλεμος την αρχαιότητα και τον Μεσαίωνα, ενέπλεκε κύρια τα μέλη της Αριστοκρατίας ή επαγγελματίες μισθοφόρους, και σπάνια τον «απλό λαό», που δεν είχε δυνατότητα να εκθρέψει άλογα. Ο άνθρωπος είχε συνδέσει άρρηκτα την ζωή του με αυτό το ζώο, χωρίς καν να δεχτεί να εξετάσει παρεμφερείς, πρακτικές λύσεις. Ο Ιουλιανός ο Παραβάτης, για παράδειγμα, στην έπαρσή του, απαγόρευσε να διατηρεί το Παλάτι του μουλάρια, γαϊδούρια ή βόδια, ακόμα και για μεταφορές, αφήνοντας μόνο τα άλογα. Ήταν μια σπατάλη που έγινε για λόγους κύρους.

Βυζαντινός κατάφρακτος.
Έργο Δημήτρη Σκουρτέλη

Ιστορικά, οι έφιπποι Βάρβαροι νίκησαν τις στρατιές της Ρώμης που ήταν κυρίως πεζικό, (Όπως οι Σκύθες είχαν σαρώσει πολύ παλιότερα όλη την Μέση Ανατολή) και σαν απάντηση, το Βυζάντιο ανέπτυξε ένα ισχυρό ιππικό για να τους αντιμετωπίσει με τους ίδιους όρους. Το ακολούθησαν όλοι οι Δυτικοί. Το ιππικό κυριαρχούσε στα πεδία των μαχών της Δύσης μέχρι που τα συντεταγμένα σώματα των Ελβετών Λογχοφόρων και οι Άγγλοι τοξότες απέδειξαν αυτό που ήταν το... μεγάλο μυστικό της προβιομηχανικής στρατιωτικής τέχνης, ότι δηλαδή ένα εκπαιδευμένο σώμα πεζικού μπορεί να αντισταθεί σε μια επέλαση ιππικού και να το νικήσει. Το φαινόμενο εντάθηκε, φυσικά, με την έλευση της πυρίτιδας.

Αυτή η εξέλιξη, που έδειξε καθαρά πόσο άχρηστη ήταν στο πεδίο της μάχης η Αριστοκρατία εφ΄όσον βασίζονταν στο άλογο, δεν είναι άσχετη με τις πολιτικές τάσεις για εκδημοκρατισμό που εμφανίστηκαν μετά από λίγο.

Το παρόν κείμενο βασίστηκε κυρίως στην μελέτη του Richard A. Gabriel, στο κεφάλαιο "horse" εδώ
Διασκευή, περίληψη, επιπλέον στοιχεία:
Δημήτρης Σκουρτέλης


Σάββατο 20 Σεπτεμβρίου 2014

Λόγος του αυτοκράτορα Κωνσταντίνου του Πορφυρογέννητου (913-959) στον στρατό των Ανατολικών Συνόρων.



"Ὦ πόσος ἔχει μὲ τοῦτον πόθος, πόσος ἔρως διανάπτει μου τὴν ψυχὴν καὶ ὅλος ἤδη τοῦ πράγματος γίνομαι, καὶ αὐτὰς ἐκείνας ὀνειροπολῶ τὰς ἡμέρας, ἐφίεμαι μᾶλλον ἐνδῦναι θώρακα καὶ τὴν περικεφαλαίαν ἐπιθεῖναι τῇ κεφαλῇ, καὶ δόρυ διασεῖσαι τῇ δεξιᾷ καὶ σάλπιγγος ἀκοῦσαι συγκαλούσης πρὸς τὸν ἀγῶνα..."

Ο Άγιος Γεώργιος.
Έργο Δημήτρη Σκουρτέλη


(μεταφορά στην νεοελληνική: Δημήτρης Σκουρτέλης)

Άντρες, ακούγοντας την μεγάλη δόξα των κατορθωμάτων σας, δεν ξέρω τι έπαινο να σας κάνω με γλώσσα βασιλική. Και τι δεν άκουσα να λέγεται για σας και τι δεν μου ανάφεραν οι άνθρωποί μου! Γιατί αυτοί μου είπαν με ακρίβεια, αυτοί γνώρισαν με κάθε αλήθεια, αντικειμενικά την αρετή σας. Είδαν πόση ανδρεία δείξατε, πόση ορμή, πόση γενναιότητα κατά των εχθρών. Ήταν σαν να μην πολεμούσατε εναντίον ανδρών, αλλά εναντίον γυναικών, δηλαδή αθλίων, και περηφανεύεστε πως ήταν σαν να μην δίνατε αγώνα και σαν να μην κάνατε πόλεμο, αλλά πιο πολύ το κάνατε να μοιάζει με παιχνίδι, ακόμα και όταν οι εχθροί καβάλαγαν άλογα με άφθαστη ταχύτητα, και ήταν περιφραγμένοι με ισχυρούς θώρακες, και είχαν όπλα που έχουν φτιαχτεί με αμίμητη τέχνη, και είχαν όλα όσα χρειάζονται για άμυνα και επίθεση, και δεν τους έλλειπε τίποτα.

Αλλά ένα δεν είχαν οι εχθροί, λέω εγώ, το μεγαλύτερο, την ελπίδα στον Χριστό, άρα όλα τα άλλα κρίνονται κενά και μάταια. Γι αυτό που λέω, παράδειγμα και απόδειξη είναι οι νεκροί τους, που κείτονται στο πεδίο της μάχης, σα θερισμένο χορτάρι που δεν υπάρχει κανείς να το μαζέψει. Σε αυτήν την ελπίδα στον Χριστό είχατε θάρρος και την πιστέψατε με τις ψυχές σας, και έτσι τέτοια τρόπαια στήσατε κατά των εχθρών και τέτοιες νίκες αρπάξατε, που έκαναν το γύρο της οικουμένης, και σας έκαναν γνωστούς όχι μόνο στην πατρίδα σας αλλά σε όλες τις πόλεις του κόσμου. Κάθε γλώσσα τώρα λέει τα θαύματα που κάνατε και κάθε αυτί τα ακούει ορθάνοιχτο.

Σε αυτήν την ελπίδα του Χριστού θέλω να έχετε ακόμη θάρρος, εσείς, που είστε ο περιούσιος λαός μου, η δύναμή μου, το ανίκητο σθένος μου. Τώρα θέλω να αγωνίζεστε με μεγαλύτερη προθυμία κατά των εχθρών από πριν. Και θα το κάνετε, το γνωρίζω καλά, γιατί έτσι έχουν τα πράγματα, και αυτά τα διδάγματα βγαίνουν. Γιατί όποιος πολέμησε τον εχθρό του και τον νίκησε, δεν τον αντιμετωπίζει όπως πριν. Αφού του έφυγε ο φόβος που τον γέμιζε πριν έρθει σε επαφή μ αυτόν, με πολύ θράσος ορμάει σε όποιον ήδη γνωρίζει. Αλλά και οι εχθροί που σας γνωρίζουν, δεν θα έρθουν πια με την ίδια ορμή, μια που έχουν δει την δικιά μας ανδρεία, αλλά θα μαζεύονται και θα φυλάγονται, και θα προσέχουν μην ξαναπάθουν τα ίδια από εμάς. Αυτό που μας κάνει τολμηρούς, αυτούς, τους κάνει να φοβούνται.

Να έχετε θάρρος λοιπόν στρατιώτες μου, και να γεμίσετε τις ψυχές σας με προθυμία, και να δείξετε στους εχθρούς τι μπορούν να κάνουν όσοι έχουν πίστη στον Χριστό, και τι μπορούν να κάνουν αυτοί που έχουν βοηθό τον Βελιάρ, δηλαδή τον επιγραφόμενο Μουχούμετ. Δεν γίνεστε υπερασπιστές και εκδικητές μόνο των Χριστιανών, αλλά και του Χριστού του ίδιου, που αυτοί κάνουν το λάθος να μην παραδέχονται. Τι νομίζετε, αφού μέχρι και οι άνθρωποι ανταμείβουν όσους αγωνίζονται γι αυτούς, ο Χριστός δεν θα θελήσει να βάλει το χέρι του να βοηθήσει όσους οπλίζονται εναντίον των εχθρών του;

Εκείνος, Εκείνος, θα είναι για σας βοηθός, που είναι ο μόνος πραγματικά δυνατός και ισχυρός στους πολέμους, που ακονίζει το σπαθί Του με τις αστραπές, που κάνει τα βέλη να μεθάνε από το αίμα όσων Του αντιστέκονται, που τα τόξα τα σπάει, που κάνει τις οχυρωμένες πόλεις σωρούς από χώμα, που κάνει τους υπερήφανους να χαμηλώνουν τα μάτια τους, που εκπαιδεύει τα χέρια όσων ελπίζουν σε Αυτόν να πολεμούν, που κάνει τα μπράτσα τόξα χάλκινα, ικανά να σώζουν και υπερασπίζουν. Σε Αυτόν λοιπόν θα βάλουμε όλες τις ελπίδες μας, και θα προστατευθούμε, πάνω από κάθε όπλο, με τον Σταυρό. Και παλιά με αυτόν οπλιστήκατε, και τους δυνατούς άντρες που διοικούσε ο Χαμδάς τους κάνατε χειροτέχνημα για σπαθιά, και άλλους τους παραδώσατε στη θάλασσα, όπως είχε γίνει παλιά με τον Μωυσή. (Στην Ερυθρά Θάλασσα)

Αυτούς είχε για ελπίδα του ο σιχαμένος ο Χαμδάς, (περισσότερα για τον Χαμδά και την πολεμική μέθοδο των ακριτών εδώ) και ακούγαμε πως αυτοί ήταν το χέρι του και η δύναμή του. Και αφού κατατροπώσατε εκείνους τους γενναίους με ευκολία, φανταστείτε τι θα γίνει με τους υπόλοιπους αχρείους, όταν μάλιστα είναι φοβισμένοι και τρομοκρατημένοι τώρα. Μάλλον σε αυτούς ταιριάζει αυτό που είπε ο θεϊκός Ησαΐας ότι: έσονται οι εγκαταλελειμμένοι ως δορκάδιον φεύγον καί ως πρόβατον, φησί .. πλανώμενον”.

Η αλήθεια είναι πως δεν έχει δύναμη. (Ο Χαμδάς) Μην πιστεύετε στα κόλπα και τα τεχνάσματά του. Είναι επιδέξιος και κακός, αλλά πραγματική δύναμη δεν έχει. Φοβάται την δικιά μας επίθεση και κοιτάει να την αποφύγει με κάθε τρόπο, και με πονηριές και τεχνάσματα φανταστικά κοιτάει να μας φοβίσει τις ψυχές. Τώρα ανακοινώνει πως του ήρθαν νέες δυνάμεις για ενίσχυση, και βρήκε από αλλού συμμάχους, και πως του στείλανε από παντού πλήθος εφοδίων. Άλλοτε πάλι, σκαρώνει λόγους γεμάτους καυχησιές και παραμυθιάζει (“διαθρυλείσθαι”) όσους τον ακούν. Όλα αυτά τα κάνει γιατί η ψυχή του είναι φοβισμένη, όχι γιατί έχει θάρρος. Γιατί αν το θάρρος του πήγαζε από την αλήθεια, δεν θα κατέφευγε σε δόλους και στρατηγήματα. Τώρα, αφού η φύση του στερεί την δύναμη, καταφεύγει σε παραπλανητικές ενέργειες.

Για κοιτάτε εκείνο το γενναίο θεριό, το λιοντάρι, που επειδή πάντα υπερισχύει από την φύση του, δεν ξέρει τον δόλο, ούτε κόλπα να κάνει. Αυτά τα παραβλέπει σαν μικροπρεπή και ανάξια, και πιστεύοντας στην φυσική του δύναμη, αγωνίζεται με τον εχθρό του απ' ευθείας. Ενώ η αλεπού, όλα αυτά τα φοβάται, και με δόλο κυνηγά, και με δόλο προσπαθεί να αποφύγει να την πιάσουν.

Μακάρι να μπορούσατε να δείτε την ψυχή του. (του Χαμδά) Τότε θα καταλαβαίνατε πόση δειλία και φόβος την περιζώνουν. Ακούγοντας για την δύναμή σας, όσο σκέφτεται πως μπορεί να του επιτεθείτε, δεν ξέρει τι θ' απογίνει, και που να υποχωρήσει, και για αυτό υποκρίνεται πως έχει σιγουριά και θάρρος.

Δικέ μου στρατέ, μην τα φοβάστε αυτά, μην δίνετε βάση στα κόλπα του, αλλά ξεσηκωθείτε εναντίον των εχθρών έχοντας τα θάρρη σας στον Χριστό. Γνωρίζετε πόσο καλό είναι να πολεμάτε υπέρ των Χριστιανών, και πόση δόξα κερδίζει αυτός που το κάνει. Δεν υπάρχει κάτι πιο επικερδές, δεν υπάρχει κάτι άλλο πιο ένδοξο από αυτό. Ω, πόσος πόθος με πιάνει γι αυτό, τι έρωτας μου καίει την ψυχή, και αφιερώνομαι ολόκληρος σε αυτό, και ονειρεύομαι αυτές τις μέρες, που θα φορέσω θώρακα και θα βάλω το κράνος στο κεφάλι, και θα σείσω 1 δόρυ με το δεξί χέρι, και θα ακούσω την σάλπιγγα να με καλεί στον αγώνα. Καλύτερα αυτά, παρά να φοράω το στέμμα μου, και να κρατάω στο χέρι μου το σκήπτρο, και να ακούω να με επευφημούν σαν βασιλιά. Αυτά, καμιά φορά, Εκείνος ξέρει πως, δεν πετυχαίνονται με σωστό τρόπο, αν και τα παραχωρεί ο Θεός.

Αλλά τα άλλα, (ο πόλεμος υπέρ του Χριστού) ανήκουν μόνο στους εραστές της αρετής, μόνο σε αυτούς που προτιμάνε την δόξα από την ηδονή. Μολοντούτο, εγώ δεν θα αφήσω χωρίς τιμές και αμοιβές την προθυμία όσων πολεμούν. Δεν σας έστειλα εδώ τους ανθρώπους μου μάταια, αλλά για να γίνουν τα μάτια μου και τα αυτιά μου. Τους έχω ορκίσει, και τώρα μιλάω σε αυτούς. Σας ορκίζω λοιπόν, και στον Θεό, και στο κεφάλι σας και τη ζωή σας, να μην προτιμήσετε τίποτα άλλο από την δική μου αγάπη, και καλύτερα ακόμα, να μην προτιμήσετε τίποτα άλλο από την αλήθεια και το καλό, και να αναφέρετε στην δικιά μου εξουσία πόση αρετή και προθυμία δείχνει ο καθένας. Και να τα σημειώσετε αυτά εγγράφως, αλλά και να τα πείτε αυτά μπροστά μου, εδώ, για να τους δείτε με ευχαρίστηση (τους αριστεύσαντες πολεμιστές) να αξιωθούν τους επαίνους και την φροντίδα μου.

Έτσι, όσοι στρατηγοί διοικούν μικρά Θέματα θα μετατεθούν σε μεγαλύτερα, όσοι δε διοικούν τα μεγάλα Θέματα, θα πάρουν άλλες δωρεές και αμοιβές. Αλλά και όσοι είναι στα Τάγματα, και οι άλλοι, όσοι αγωνιστούν με καρδιά, θα τιμηθούν ανάλογα με τα κατορθώματα τους. Και άλλοι θα προαχθούν σε Τουρμάρχες, άλλοι σε Κλεισουράρχες, και άλλοι σε Τοποτηρητές. Δεν θα τιμηθούν μόνο αυτοί, αλλά και οι απλοί στρατιώτες, οι φτωχοί, όσοι δείξουν συμπεριφορές αρετής, θα ανταμειφθούν δίκαια.

Προς το παρόν παίρνω από σας τις πληροφορίες για κάθε έναν, αλλά σε λίγο δεν θα έχω μάρτυρες ούτε εσάς, ούτε κανέναν άλλον γι αυτά. Θα τα δω με τα μάτια μου, θα είναι μαζί μου όλοι, και μόνος μου θα δω την αρετή του καθενός, και μόνος μου θα δώσω τις αμοιβές σε όσους πολέμησαν.

1) Σείω το κοντάρι: Η έκφραση σώζεται στο ακριτικό τραγούδι του Αρμούρη.


Το πρωτότυπο κείμενο, από το Εργαστήριο Διαχείρισης Πολιτισμικής Κληρονομιάς,
www.aegean.gr/culturaltec/chmlab.



Oratio ad milites
..... ἀκούων ὑμῶν, ὦ ἄνδρες, τὴν ἐκ τῶν ἔργων μεγίστην εὔκλειαν, οὐκ οἶδα ποῖον ὑμῖν τὸν ἔπαινον ἐκ βασιλικῆς ἄρτι πλέξω τῆς γλώττης· οἷα γὰρ ἤκουσταί μοι περὶ ὑμῶν καὶ οἷα διὰ τῆς ἀναφορᾶς ἀνηγγέλη τῶν ἐμῶν πιστῶν θεραπόντων. Ἐκεῖνοι γάρ μοι κατεμήνυσαν ἀκριβῶς, ἐκεῖνοι τὴν ὑμῶν ἀρετὴν φιλαλήθως ἐγνώρισαν, πόσην μὲν τὴν ἀνδρείαν, πόσην δὲ τὴν ὁρμήν, πόσην δὲ τὴν κατὰ τῶν πολεμίων ἐπεδείξασθε γενναιότητα, καὶ ὅπως οὐχ ὡς πρὸς ἄνδρας ἦτε διαμαχόμενοι ἀλλὰ γυναικῶν, οἷον ἀθλίων, κατεπαιρόμενοι, καὶ οὐχ ὡς ἀγῶνα καὶ πόλεμον διανύοντες, ἀλλ' ὡς παίγνιόν τι μᾶλλον αὐτοὺς ποιούμενοι. Καίτοι καὶ ἵπποις ἐπιβεβηκότων αὐτῶν τὸ τάχος, οὐκ ἐφικτοῖς, καὶ ὅπλοις ὀχυρώτατα πεφραγμαίνων, ὅπλοις τὴν τέχνην οὐ μιμητοῖς, καὶ πᾶν ὅ, τι πρὸς ἀσφάλειαν καὶ ἔκπληξιν ἦν, οὐδενὸς ἐλλείποντο. Ἀλλ' ἐπείπερ ἑνὸς ἐστέρηντο τοῦ μεγίστου, τῆς εἰς Χριστὸν ἐλπίδος φημί, πάντα αὐτοῖς εἰς κενὸν ἠλέγχετο καὶ μάταια ἦν· διὰ ταῦτα καὶ ἐγένοντο, φησίν, οἱ νεκροὶ αὐτῶν παράδειγμα ἐπὶ προσώπου πεδίου, καὶ ὡς χόρτος ὀπίσω θερίζοντος καὶ ὁ συνάγων οὐκ ἦν. Ὑμεῖς δὲ ἐπ' αὐτῇ θαρρήσαντες καὶ τὰς ὑμετέρας αὐτῇ ψυχὰς πιστεύσαντες, τοιαῦτα κατὰ τῶν ἐχθρῶν ἐστήσατε τρόπαια καὶ τοιαύτας ἤρασθε νίκας, αἳ πανταχοῦ μὲν τῆς οἰκουμένης διέδραμον, ὀνομαστοὺς δὲ ὑμᾶς οὐ κατὰ τὰς πατρίδας μόνον, ἀλλὰ καὶ κατὰ πᾶσαν πόλιν διέθηκαν. Καὶ νῦν ἅπασα γλῶσσα καὶ οὖς ἅπαν, ἡ μὲν τὰ ὑμέτερα λέγει θαύματα, τὸ δὲ πρὸς ἀκοὴν διανίσταται. Ἐν ταύτῃ θαρροῦντας ὑμᾶς καὶ ἔτι βούλομαι, λαὸς ἐμὸς περιούσιος, ἰσχὺς ἐμή, σθένος ἀήττητον, προθύμως μᾶλλον ἢ πρότερον κατὰ τῶν ἐχθρῶν ἀγωνίσασθαι, μᾶλλον δὲ καὶ ἀγωνιεῖσθε. Τοῦτ' οἶδα σαφῶς· αὐτὴ γὰρ ἡ φύσις διδάσκει μὲ τῶν πραγμάτων. Ὁ γὰρ πρὸς τὸν ἀντίπαλον τὸν αὐτοῦ διαγωνισάμενος καὶ νενικηκώς, οὐχ ὡς πρότερον αὐτῷ χρῆται καὶ μετὰ ταῦτα· ἀλλὰ λύσας ἅπαν τὸ δέος, ὁ πρὸ τῆς πείρας αὐτὸν ἐθορύβει, σὺν πολλῷ τῷ θάρσει πρὸς τὸν σαφῶς ἤδη γινωσκόμενον ἐφορμᾷ. Ἄλλωστε δὲ καὶ τοὺς ἐχθροὺς εἰδότες ὡς οὐ μετὰ τῆς αὐτῆς ὁρμῆς ἥξουσιν, εἰς πεῖραν ἐλθόντες ἤδη τῆς ὑμῶν ἀνδρείας, ἀλλὰ συσταλήσονται καὶ ὑπόψονται, καὶ τὸ παθεῖν τὰ ὅμοια τοῖς προτέροις φυλάξονται· καὶ ὅπερ νῦν ὑμᾶς εἰς τόλμαν ἐμβάλλει, τοῦτ' ἐκείνους πάντως εἰς φόβον ὠθεῖ. Θαρσεῖτε τοιγαροῦν, ᾧ ἄνδρες ἐμοί, θαρσεῖτε, καὶ προθυμίας ἐμπλήσατε τὰς ψυχὰς, καὶ τοῖς ἐχθροῖς δείξατε τί μὲν οἱ πεποιθότες εἰς Χριστὸν δύνανται, τί δὲ οἱ Βελιάρ, εἴτουν Μουχοῦμετ, ἐπιγραφόμενοι βοηθόν. Οὐ γὰρ χριστιανῶν μόνον ἐκδικηταὶ καὶ ὑπέρμαχοι, ἀλλὰ καὶ αὐτοῦ Χριστοῦ γίνεσθε, τοῦ κακῶς ὑπ' ἐκείνων ἀθετουμένου. Τί οὖν, ἄνθρωποι μὲν ἴσασι τοὺς ὑπὲρ αὐτῶν ἀγωνιζομένους ἀμείβεσθαι, ὁ δὲ Χριστὸς οὐκ ὀρέξει χεῖρα τοῖς κατὰ τῶν ἐχθρῶν τῶν ἐκείνου ὁπλιζομένοις; Ἐκεῖνος ἡμῖν, ὦ ἄνδρες, ἐκεῖνός ἐστι βοηθός, ὃς κραταιὸς μόνος καὶ δυνατὸς ἐν πολέμοις, οὗ παροξύνεται μὲν κατὰ τὴν ἀστραπὴν ἡ μάχαιρα, μεθύσκεται δὲ τὰ βέλη ἐξ αἵματος τῶν ἀνθεστηκότων αὐτῷ, ὃς συντρίβει τόξα καὶ τίθησι πόλεις ὀχυρὰς εἰς χῶμα, καὶ ὀφθαλμοὺς μὲν ὑπερηφάνων ταπεινοῖ, τῶν δέ γε ἐπ' αὐτὸν ἐλπιζόντων διδάσκει μὲν τὰς χεῖρας εἰς πόλεμον, τίθησι δὲ τόξον χαλκοῦν τοὺς βραχίονας, δίδωσι δὲ αὐτοῖς ὑπερασπισμὸν σωτηρίας. Ἐπ' αὐτῷ τοιγαροῦν ὅλην τὴν ἐλπίδα θῶμεν, ἀντὶ πάντων ὅπλων τῷ ἐκείνου σταυρῷ φραξώμεθα, ᾧ καὶ πρῴην ὑμεῖς ὁπλισάμενοι τοὺς τοῦ Χαμβδᾶν κραταίους τοὺς μὲν ἔργον μαχαίρας πεποιήκατε, τοὺς δέ, κατὰ τοὺς πρόπαλαι Αἰγυπτίους, ὕδατι παρεδώκατε. Ἐκείνους ὁ μιαρὸς Χαμβδᾶν εἶχεν ἐφ' οἷς ἤλπιζεν, ἐκείνους ἠκούομεν εἶναι τὸν ὅλον αὐτοῦ βραχίονα καὶ τὸ σθένος. Οἱ δὲ τοὺς οὕτω γενναίους εὐχερῶς τροπωσάμενοι, τί πρὸς τοὺς ὑπολειφθέντας ἀχρείους καὶ μάλιστα περιδεεῖς ὄντας καὶ πεφοβημένους φανήσεσθε; Ὧν οὐδὲν ἴσως ἀπᾴδει τὸ παρὰ τοῦ θείου ῥηθὲν Ἠσαΐου ὅτι "ἔσονται οἱ ἐγκαταλελειμμένοι ὡς δορκάδιον
1 φεῦγον καὶ ὡς πρόβατον, φησί .. πλανώμενον". Οὐκ ἔχει τὴν ἰσχὺν ἐκ τῆς ἀληθείας· μὴ ταῖς τέχναις αὐτοῦ πιστεύετε καὶ τοῖς δόλοις· δεινός ἐστι, κακότεχνός ἐστι, δύναμιν οὐκ ἔχων βεβαίαν καὶ σφόδρα τὴν ὑμῶν δεδοικὼς προσβολὴν καὶ πάντα τρόπον αὐτῆς ἀπωθούμενος, πειρᾶται δόλοις καὶ φαστασίαις τὰς ὑμετέρας ψυχὰς ἐκφοβεῖν. Νῦν μὲν διαγγέλων δύναμιν αὐτῷ προσελθεῖν ἑτέραν καὶ συμμάχους ἀλλαχόθεν ἀποσταλῆναι, νῦν δὲ χρημάτων αὐτῷ πλῆθος ἑτέρωθεν ἐκπεμφθῆναι, ἄλλοτε λόγους ὑπερηφάνους διαθρυλεῖσθαι παρασκευάζει πρὸς τὴν τῶν ἀκουόντων ἔκπληξιν. Ταῦτα δὲ πάντα λίαν φοβουμένης ἔστι ψυχῆς, οὐ θαρρούσης· εἰ γὰρ ἀπὸ τῆς ἀληθείας τὸ θαρρεῖν εἶχεν, οὐκ ἂν ἐπὶ τὰς τέχνας ταύτας κατέφευγε καὶ τοὺς δόλους. Νῦν δὲ τοῦ κατὰ φύσιν δύνασθαι ἀπορῶν, πρὸς τὰς κατὰ τέχνην ἐπινοίας χωρεῖ. Οὐχ ὁρᾶτε τὸ γενναῖον τοῦτο θηρίον, τοὺς λέοντας, πῶς ἀπὸ τῆς φύσεως τὸ κρατεῖν ἔχον οὐ δόλους. οἶδεν οὐ τέχνας ἐπινοεῖ; Ἀλλὰ μικρὰ ταῦτα καὶ ἀναξία θεὶς καὶ τῇ κατὰ φύσιν ῥώμῃ πιστεύσας, ἐξ εὐθείας πρὸς τὸν ἀντίπαλον ἀγωνίζεται· ἀλώπηξ δὲ καὶ ὅσα δήπου τοιαῦτα δειλά, τῆς πρὸς ἀλήθειαν ἀποροῦντα ῥώμης, ἐπὶ τὴν τέχνην αὐτομολεῖ καὶ δόλῳ μὲν θηρεύει, δόλῳ δὲ πειρᾶται τὸ θηρευθῆναι διαφυγεῖν. Εἴθε τὴν ἐκείνου ψυχὴν δυνατὸν ἦν ἰδεῖν. Καὶ τότε ἂν κατεμάθετε πόση μὲν δειλία, πόσος δὲ φόβος ἐκείνην πολιορκεῖ, καὶ πῶς τὴν ὑμετέραν ἀκούων δύναμιν καὶ τὴν προσβολὴν ὑποπτεύων, οὐκ ἔχει τίς γένηται, καὶ ποῖ τράπηται, κἂν τὸ θαρρεῖν νῦν πλάττηται καὶ τὸ πεποιθέναι. Μὴ ταῦτα ὑμᾶς θορυβεῖτο, λαὸς ἐμός, μηδὲ ταῖς ἐκείνου προσέχετε μηχαναῖς, ἀλλ' ἐν Χριστῷ θαρροῦντες κατὰ τῶν ἐχθρῶν διανάστητε. Οἴδατε ποῖόν ἐστι καλὸν τὸ ὑπὲρ χριστιανῶν ἀγωνίσασθαι, πόσην ὁ τοῦτο πράττων ἑαυτῷ περιποιεῖται τὴν δόξαν· τοῦτο παντὸς κερδαλεώτερον, τοῦτο πάσης ἄλλης φιλοτιμίας ἐπικυδέστερον. Ὦ πόσος ἔχει μὲ τοῦτον πόθος, πόσος ἔρως διανάπτει μου τὴν ψυχὴν καὶ ὅλος ἤδη τοῦ πράγματος γίνομαι, καὶ αὐτὰς ἐκείνας ὀνειροπολῶ τὰς ἡμέρας, ἐφίεμαι μᾶλλον ἐνδῦναι θώρακα καὶ τὴν περικεφαλαίαν ἐπιθεῖναι τῇ κεφαλῇ, καὶ δόρυ διασεῖσαι τῇ δεξιᾷ καὶ σάλπιγγος ἀκοῦσαι συγκαλούσης πρὸς τὸν ἀγῶνα, ἢ διάδημα καὶ πορφύραν περιβαλέσθαι καὶ σκῆπτρον μεταχειρίσαι καὶ βασιλικῶν ἀκοῦσαι εὐφημιῶν. Ταῦτα μὲν γὰρ οἷς οἶδεν ἐκεῖνος τρόποις, καὶ τοῖς οὐκ ἀγαθοῖς πολλάκις, παρὰ Θεοῦ δίδοται· ἐκεῖνα δὲ μόνων τῶν ἀρετῆς ἐρώντων εἰσί, μόνων τῶν ἡδονῆς προτιμώντων δόξαν. Οὐ μὴν ἀλλ' οὐδ' ἄτιμον, οὐδ' ἀγέραστον ἐγὼ τὴν τῶν ἀγωνιζομένων καταλείψω σπουδήν. Οὐδὲ γὰρ μάτην τοὺς ἐμοὺς θεράποντας αὐτόθι διέπεμψα, ἀλλ' ὡς ἂν ἐμοῖς ὀφθαλμοῖς βουλόμενος αὐτοῖς χρήσασθαι, οὓς καὶ ὅρκῳ καταλήψομαι νῦν, καὶ πρὸς αὐτοὺς τρέψω τὸν λόγον. Ὀρκίζω τοιγαροῦν ὑμᾶς καὶ εἰς Θεὸν καὶ εἰς αὐτὴν τὴν ἡμετέραν κεφαλὴν καὶ ζωήν, μηδὲν προτιμῆσαι τῆς ἡμῶν ἀγάπης ἢ, κρεῖττον εἰπεῖν, τοῦ καλοῦ καὶ τῆς ἀληθείας, ἀλλὰ περὶ πάντων καταμηνῦσαι τῷ ἡμετέρῳ κράτει καθὼς ἕκαστος ἀρετῆς ἔχει καὶ προθυμίας. Μᾶλλον δὲ καὶ ἐγγράφως ἀποσημήνασθαι, ἵνα καὶ ἐνταῦθα εἰσελθόντες ἡμῖν ἀναγγείλητε, ὥστε καὶ ἡδέως αὐτοὺς ὄψεσθαι, καὶ τῶν παρ' ἡμῶν ἐπαίνων ἀξιῶσαι καὶ ἀντιλήψεων· καὶ ὅσοι μὲν τῶν στρατηγῶν εὐτελεστέρων ἄρχουσι θεμάτων εἰς μείζονα μετατεθῆναι, ὅσοι δὲ μειζόνων, δωρεαῖς ἑτέραις καὶ ἀμοιβαῖς φιλοτιμηθῆναι. Ἀλλὰ καὶ τῶν ταγματικῶν καὶ τῶν ἄλλων, οἵτινες ἂν εὐψύχως ἀγωνίσωνται, κατὰ τὸ ἔργον ἕκαστον τιμηθῆναι· καὶ τοὺς μὲν τουρμάρχας, τοὺς δὲ κλεισουράρχας, τοὺς δὲ τοποτηρητὰς γενέσθαι. Μὴ τούτων δὲ μόνον, ἀλλὰ καὶ τῶν ἄλλων τῶν εὐτελῶν καὶ κοινῶν, ὅσοι ἂν ἀρετῆς ἐπιδείξωνται τρόπους, ἄξιον ἀπολαβεῖν τὸν μισθόν. Ἀλλὰ νῦν μὲν δι' ὑμῶν δεχομένων ἡμῶν τὴν περὶ ἑκάστου πληροφορίαν, μετ' ὀλίγον δὲ οὐθ' ὑμᾶς, οὔτε τινὰς ἄλλους μάρτυρας τῶν τοιούτων, ἀλλὰ τοὺς ἡμετέρους μόνους ὀφθαλμοὺς ἔξομεν, καὶ αὐτοὶ παρόντες, αὐτοὶ τὴν ἑκάστου βλέποντες ἀρετήν, αὐτοὶ καὶ τὰ βραβεῖα τοῖς ἀγωνιζομένοις παρέξομεν.

Ερευνητικό έργο: ΔΡΟΜΟΙ ΤΗΣ ΠΙΣΤΗΣ – ΨΗΦΙΑΚΗ ΠΑΤΡΟΛΟΓΙΑ. Χρηματοδότηση: ΚΠ Interreg ΙΙΙΑ (ETΠΑ 75%, Εθν. πόροι 25%). Πανεπιστήμιο Αιγαίου, Τμήμα Πολιτισμικής Τεχνολογίας και Επικοινωνίας, © 2006. Επιτρέπεται η ελεύθερη χρήση του υλικού με αναφορά στην πηγή προέλευσής του. Εργαστήριο Διαχείρισης Πολιτισμικής Κληρονομιάς, www.aegean.gr/culturaltec/chmlab.



Δευτέρα 15 Σεπτεμβρίου 2014

Η μάχη του Μουτάχ. Το Βυζάντιο απωθεί τους Μουσουλμάνους στην Έρημο.




 Μια ενδοαραβική σύρραξη υπήρξε η αφορμή για την πρώτη ένοπλη αναμέτρηση Μουσουλμάνων και Βυζαντίου, το 629, στο χωριό Μουτάχ, ανατολικά του Ιορδάνη. Οι επιδρομές του Ισλάμ στις Βυζαντινές περιοχές δεν είχαν αρχίσει ακόμα, και ο Προφήτης Μωχάμετ, τότε, προσπαθούσε να κυριαρχήσει στις διάφορες Αραβικές φυλές και να τις προσηλυτίσει στην νέα θρησκεία. Όταν λοιπόν οι Μουσουλμάνοι ήρθαν σε επαφή με τους Χασανίδες, μια φυλή που παραδοσιακά ήταν πιστός σύμμαχος των Βυζαντινών, η Αυτοκρατορία επενέβη για να υπερασπίσει τους συμμάχους της, και να ελέγξει τον ακατάσχετο προσηλυτισμό στο Ισλάμ, που απευθύνονταν στους Χριστιανούς Άραβες.


Αυτή είναι η κοινή βάση των αφηγήσεων, γιατί οι Άραβες δίνουν μια εκδοχή της συνέχειας των γεγονότων που είναι απίστευτη. Τόσο οι λεπτομέρειες, όσο και ο σκελετός της αφήγησης, αγγίζουν τον μύθο. Κατ΄ αρχάς μιλούν για... καταπίεση των Μουσουλμάνων από τους Βυζαντινούς (οι οποίοι όμως δεν είχαν καμιά εξουσία στην αραβική χερσόνησο) και για καταλήστευση των εμπορικών τους καραβανιών από τους Χριστιανούς Άραβες και τους Βυζαντινούς. (αυτό είναι πιο πιστευτό) Αυτή η συμπεριφορά τους οδήγησε σε ενέργειες αυτοάμυνας.


Παραδέχονται, όμως, πως ο Αλ Χαρίθ Ιμπν Αλ Αζντί, στάλθηκε από τον Προφήτη στον Χασανίδη βασιλιά Σουραμπίλ Ιμπν Αμρ αλ Χασαανί για να τον προσηλυτίσει στο Ισλάμ. Ο Χασανίδης βασιλιάς αποκεφάλισε τον απεσταλμένο του Προφήτη καταπατώντας κάθε έθιμο της εποχής. Ο Μωχάμετ προσπάθησε να συμβιβάσει τα πράγματα υπονοώντας πως κάποιος άνθρωπος του βασιλιά σκότωσε τον απεσταλμένο χωρίς διαταγή, αλλά ο Σουραμπίλ ανέλαβε ολόκληρη την ευθύνη. (σημειώνουμε πως τα ονόματα παραλλάσσουν σε κάθε αφήγηση) 

Ετσι οι Μουσουλμάνοι αποφάσισαν να εκδικηθούν στέλνοντας στρατό.  Οι Βυζαντινοί, τότε, λένε οι Άραβες ιστορικοί, συγκέντρωσαν μια στρατιά ...200.000 ανδρών με διοικητή τον Θεόδωρο, τον αδελφό του Ηράκλειου, την οποία οι Μουσουλμάνοι αντιμετώπισαν με τρεις χιλιάδες άντρες. Η μάχη, λένε οι Μουσουλμάνοι, τελείωσε με ισοπαλία, αν και σκοτώθηκαν οι αρχηγοί τους. Η αφηγήσεις, ακόμα και από σύγχρονες Μουσουλμανικές πηγές, καλύπτονται από ένα νέφος ευλαβούς μυθολογίας που κάνει πολύ δύσκολη την ανακάλυψη της αλήθειας.


Η βυζαντινή πλευρά έλεγε πως ο Θεόδωρος, μαθαίνοντας πως οι Μουσουλμάνοι ήθελαν να επιτεθούν μια μέρα γιορτής σε μια σειρά Αραβικές φυλές που ήταν σύμμαχοι του Βυζαντίου, επιτέθηκε πρώτος με μια δύναμη που συγκροτήθηκε από μερικές συνοριακές φρουρές. Οι Βυζαντινοί και οι Άραβες σύμμαχοί τους σκότωσαν στη μάχη τους αρχηγούς του Ισλαμικού στρατού, εκτός από τον Χαλίντ, που διέφυγε, και εξόντωσαν το μεγαλύτερο μέρος του ισλαμικού στρατού. Οι υπόλοιποι Άραβες αποσύρθηκαν στην Έρημο.


Προφανώς επρόκειτο για ένα συνοριακό επεισόδιο που επιλύθηκε γρήγορα και αποτελεσματικά από το Βυζάντιο. Είναι σίγουρο πως οι Άραβες νικήθηκαν, γιατί οι Βυζαντινοί έκτοτε δεν έδωσαν την πρέπουσα σημασία στην άνοδο του Ισλάμ, μια που αρχικά επικράτησαν τόσο εύκολα. Έπρεπε όμως να καταλάβουν πως, αφού αυτοί οι “ληστές” της Ερήμου δεν διαλύθηκαν με ένα τόσο δυνατό χτύπημα, υπήρχε κάτι βαθύτερο στη δράση τους, πράγμα που φάνηκε πολύ σύντομα. Φυσικά, ο Βυζαντινός στρατός δεν μπορούσε να τους καταδιώξει στην Έρημο, και αυτό ήταν το πλεονέκτημα που έδινε αρχικά ασφάλεια στο Ισλάμ, και χώρο για να αναπτυχθεί σχετικά ανεπηρέαστο από τις Υπερδυνάμεις της εποχής, την Περσία και το Βυζάντιο.


Ας περάσουμε ξανά στην Ισλαμική αφήγηση.
Ο Μωχάμετ, λοιπόν, αφού είχε υποτάξει τις Νότιες φυλές της Αραβικής χερσονήσου, στράφηκε προς τους Άραβες του Βορρά. Αυτοί ήταν Χριστιανοί, ή Εβραίοι ή και παγανιστές. Οι απεσταλμένοι του προς τις φυλές Μπανού Σουλαγιούμ και Ντάτ αλ Ταλχ, όμως, αποκεφαλίστηκαν. Για να τιμωρήσει αυτήν την πρόκληση, ο Προφήτης έστειλε ένα στρατό από 3.000 άντρες υπό την διοίκηση των Ζαΐντ Ιμπν Χαρίθα, με υποδιοικητές τους Τζαφάρ Ιμπν Αμπί Ταλίμπ και Αμπντουλάχ Ιμπν Ραβαλάχ.


Η φυλή των Χασανιδών ετοιμάστηκε για να τους αντιμετωπίσει, καλώντας ταυτόχρονα και τον Βυζαντινό στρατό σε βοήθεια. Οι φυλές Λακχμ, Τζουντάμ, Αλ Καγιούν, Μπάχρα και Μπάλι συνασπίστηκαν. Όταν οι Μουσουλμάνοι είδαν τον όγκο του στρατού που επέδραμε εναντίον τους, σκέφτηκαν να υποχωρήσουν περιμένοντας ενισχύσεις, αλλά ο Αμπτουλάχ Ιμπν Ραβαλάχ τόνισε πως δεν έπρεπε να χάσουν την ευκαιρία να γίνουν Μάρτυρες του Ισλάμ. Έτσι οι Μουσουλμάνοι επιτέθηκαν στο βυζαντινό στρατόπεδο στο Μασαρίφ και μετά υποχώρησαν στο Μουτάχ, σε ένα στενό μέρος που εμπόδιζε τους Χριστιανούς να αναπτύξουν την οπωσδήποτε μεγαλύτερη δύναμή τους.


Στη επακόλουθη σύγκρουση σκοτώθηκαν και οι τρεις αρχηγοί των Μουσουλμάνων, πρώτος ο Ζαΐντ Ιμπν Χαρίθα, και μετά οι Τζαφάρ Ιμπν Αμπί Ταλίμπ και Αμπντουλάχ Ιμπν Ραβαλάχ, όπως αναλάμβαναν την διοίκηση. Λένε πως ο ίδιος ο Προφήτης είχε ορίσει την διαδοχή των ηγετών μετά τον θάνατο του καθενός, γνωρίζοντας υπερφυσικά την έκβαση της μάχης. Φυσικά, αυτό έρχεται σε αντίφαση με την εκλογή του Χαλίντ στο πεδίο της μάχης κατόπιν συζήτησης, όπως θα δούμε σε λίγο. Επίσης, ο Μωχάμετ άρχισε να μεταχειρίζεται τα παιδιά του Τζαφάρ σαν ορφανά, πριν έρθουν τα νέα της μάχης.


Ο Τζαφάρ, λένε, αφού έχασε το ένα χέρι του, κράτησε την σημαία με το άλλο, και αφού οι Χριστιανοί του το έκοψαν κι αυτό, πίεσε την σημαία στο στήθος του με τα μπράτσα, ώσπου σκοτώθηκε. Ο Αλλάχ, πάντως, του χάρισε ένα ζευγάρι ρουμπινένια φτερά για να πορεύεται στην μέλλουσα ζωή χωρίς χέρια. Μερικοί έγκριτοι Μουσουλμάνοι ιστορικοί διαφωνούν για το χρώμα των φτερών του Τζαφάρ, αλλά και για τον αριθμό των πληγών που δέχτηκε. Πενήντα ή ενενήντα. Πάντως και οι τρεις νεκροί ηγέτες εγκαταστάθηκαν πάνω σε θρόνους στο Παράδεισο, αλλά οι Χαρίθα και Ραβαλλάχ είναι πλέον μόνιμα στραβολαιμιασμένοι, γιατί για μια στιγμή τους πέρασε από το μυαλό να το σκάσουν και να μην μαρτυρήσουν για το Ισλάμ!


Αφού οι ηγέτες τους σκοτώθηκαν, οι Μουσουλμάνοι άρχισαν να υποχωρούν. Κάποιος Θαμπίτ Ιμπν Αλ Ακράμ, όμως, σήκωσε την σημαία και έδωσε θάρρος στον στρατό. Πρότεινε μάλιστα για νέο αρχηγό τον Χαλίντ Ιμπν Αλ Γουαλίντ. Αυτόν δεν τον είχε δει σε όραμα ο Προφήτης... Ο Χαλίντ θα γίνονταν στο μέλλον ένας από τους πιο πετυχημένους στρατηγούς του Ισλάμ, και θα έπαιρνε εκδίκηση από τους Βυζαντινούς στο Γιαρμούκ.

Αφού έσπασε εννιά σπαθιά στη μάχη, ο Χαλίντ επιχείρησε μια πετυχημένη υποχώρηση με τάξη, και εμπόδιζε τους Χριστιανούς να συνεχίσουν την μάχη κατά παράταξη, με αψιμαχίες. Κατόπιν έφερε κρυφά την οπισθοφυλακή του στην πρώτη γραμμή, με νέες σημαίες, παραπλανώντας τους Χριστιανούς πως έφτασαν ενισχύσεις. (κατά τον Λέοντα τον Σοφό, η χρήση πολλών σημαιών χωρίς... στρατό να αντιστοιχεί σε αυτές, ήταν ένα τυπικό Αραβικό στρατήγημα) Έτσι, ο Χαλίντ μπόρεσε να αποσυρθεί και να καταφύγει στην Μεδίνα, την πρωτεύουσα του Ισλάμ. Στην ουσία, οι Βυζαντινοί δεν καταδίωξαν τους υποχωρούντες Άραβες γιατί δεν θέλησαν να παρασυρθούν στην Έρημο, την τελική ασφάλεια των Ισλαμιστών.


Φυσικά ο Χαλίντ, φτάνοντας στην Μεδίνα, κατηγορήθηκε πως έδειξε δειλία, δεν κάθισε να γίνει Μάρτυρας του Ισλάμ, και υποχώρησε. Ήταν, λέει, η πρώτη φορά που ένας Ισλαμικός στρατός επέστρεψε χωρίς να έχει νικήσει. Οι ίδιες οι οικογένειες των πολεμιστών του Μουτάχ δεν τους άνοιξαν την πόρτα, γιατί είχαν υποχωρήσει, και ο κόσμος τους πέταγε πέτρες και σκουπίδια. Ο ίδιος ο Προφήτης όμως δικαιολόγησε τους ηττημένους πολεμιστές του. Η υπόθεση ερμηνεύθηκε σαν θρίαμβος του Ισλάμ, μια που οι Μουσουλμάνοι συγκρούστηκαν για πρώτη φορά με το Βυζάντιο και ...έζησαν.


Όλες αυτές οι αφηγήσεις δείχνουν μάλλον μια συντριπτική ήττα, και μια πανικόβλητη υποχώρηση, και ακυρώνουν τα μυθικά στοιχεία περί αντίστασης μέχρι θανάτου. Η αφήγηση πως οι Μουσουλμάνοι είχαν μόνο 12 νεκρούς, (άλλοι λένε 150) ενώ οι Χριστιανοί είχαν... χιλιάδες απώλειες, μάλλον δείχνει πως οι Άραβες υποχώρησαν πανικόβλητοι μετά μια μικρή αψιμαχία, βλέποντας την τάξη και την οργάνωση του καλύτερου στρατού της εποχής, του Βυζαντινού, που όπως οι ίδιοι γράφουν, είχε “σιδερένιες πανοπλίες νέου τύπου, μεγάλες ασπίδες, και ιδιαίτερα μακριά σπαθιά και κοντάρια, και γνώριζε όλες τις πολεμικές μεθόδους”.


Η ήττα των Μουσουλμάνων στο Μουτάχ, δεν θεωρήθηκε ταπεινωτική, λοιπόν, αντίθετα χρησιμοποιήθηκε προπαγανδιστικά σαν απόδειξη πως ο Ισλαμικός στρατός μπορούσε να σταθεί, έστω και με αυτόν τον τρόπο, απέναντι στον Βυζαντινό. Η αλήθεια είναι βέβαια, πως ο Χαλίντ χρησιμοποίησε ένα στρατήγημα για να συγκρατήσει για λίγο την Βυζαντινή επίθεση, και έτσι κέρδισε τον χρόνο που χρειάζονταν για να εξαφανιστεί στην έρημο. Αυτό έδωσε στην Χριστιανική πλευρά ένα ψευδές αίσθημα ασφάλειας και υπεροχής, που πληρώθηκε ακριβά αργότερα.

Agnolo Gaddi: Το όνειρο του Αυτοκράτορα Ηράκλειου. 1385-87









Τετάρτη 10 Σεπτεμβρίου 2014

Χασανίδες, οι Άραβες Ακρίτες


 
Με κάποια ιστορική υπερβολή, ο Ιουστινιανός
απεικονίζεται να προσφέρει την κορώνα του βασιλιά
στον Χασανίδη φύλαρχο Αρέθα (Αλ Χαρίθ)


Τα Νότια και τα Ανατολικά σύνορα της Βυζαντινής Μέσης Ανατολής καθορίζονταν σε μεγάλο βαθμό από το κλίμα και τις γεωγραφικές συνθήκες. Ο Βυζαντινός στρατός (και οποιοσδήποτε “πολιτισμένος” στρατός της εποχής, άλλωστε) δεν μπορούσε να ελέγξει την Έρημο.

Στα χρόνια της Μουσουλμανικής εξάπλωσης, τον 7ο αιώνα, η Αυτοκρατορία βάσιζε σημαντικό μέρος της άμυνας της στην περιοχή σε «υπόσπονδες», (foederati) όπως τις αποκαλούσαν, συμμαχικές Αραβικές φυλές. Χρησιμοποιούνται ακόμη οι όροι: «πκοοι»,  «ο καθ’ μς Σαρακηνοί»,  «π ωμαους», « καθ’ μς μβρος Σαρακηνς»... 

Το κράτος των Χασανιδών

Αυτή η πρακτική κράταγε από την Ρωμαϊκή εποχή. Οι Άραβες αυτοί προσελκύονταν από τους τίτλους, τις τιμές και το χρυσάφι (“ανόνα”) που τους παραχωρούσε ο Αυτοκράτορας. Συνήθως εκχριστιανίζονταν, αλλάζοντας σημαντικά τον τρόπο της ζωής τους, όχι μόνο ηθικά αλλά και πολιτικά, οργανωτικά και οικονομικά.  Αυτές οι Αραβικές φυλές πλούτιζαν και άκμαζαν, αν και οι Βυζαντινοί εξακολουθούσαν να τις θεωρούν “βαρβάρες”.

Η γνωστότερη από αυτές τις φυλές ήταν οι Χασανίδες. (συχνά αποκαλούνται και «Ιαφνίδες». Τον λόγο θα τον δούμε παρακάτω) Οι φύλαρχοί τους θεωρούταν μεγάλοι βασιλιάδες από τους άλλους  Άραβες. Στο Βυζάντιο είχαν βέβαια, τον ταπεινότερο τίτλο του “Στρατηγού παρεμβολών”. (Παρεμβολή = Στρατόπεδο, ένας ευφημισμός της Αραβικής κατασκήνωσης)  Το όνομα Χασάν σημαίνει “Δύναμη”. 

Οι φύλαρχοι αυτοί όμως, βάσιζαν την δύναμή τους στην υποστήριξη του Βυζαντίου. Χωρίς αυτήν, θα ήταν αδύνατο να κυβερνήσουν τις φυλές που τους είχαν υποταχθεί, και τις οποίες δελέαζαν με τον Αυτοκρατορικό χρυσό και το κύρος που τους έδινε ένας τέτοιος σύμμαχος. Γι αυτό και το Βυζάντιο πάντα θεωρούσε αυτές τις συμμαχίες προσωπικές, μια που ήταν το κύρος ενός φυλάρχου, και όχι κάποια φυλετική συνείδηση που κρατούσε τους Χασανίδες ενωμένους.
 

Οι Χασανίδες  είχαν μεταναστεύσει προς Βορρά τον 3ο αι μ.Χ. από την περιοχή της Νότιας Αραβίας, την σημερινή Υεμένη, το παλιό βασίλειο των Σαβαίων, καταγόμενοι από την φυλή Αλ Αζντ, που είχε διασκορπιστεί σε πολλά μέρη. Λένε πως αναγκάστηκαν να μεταναστεύσουν όταν κατέρρευσε το φράγμα του Μαρίμπ, από το οποίο αρδεύονταν μια μεγάλη περιοχή.  Ένα τμήμα της  φυλής εγκαταστάθηκε στα όρια της Συρίας. Αυτοί ονομάστηκαν Χασανίδες από μια πηγή δίπλα στην οποία κατασκήνωσαν. Ηγέτης τους ήταν ο Ιάφνα Ιμπν Αμίρ, ιδρυτής του κράτους των Χασανιδών και της βασιλικής δυναστείας των “Ιαφνιδών”.

Αυτοί οι “βάρβαροι” “στρατηγοί της κατασκήνωσης”, έφτασαν πολύ ψηλά. Λέγεται πως η πλουσιότατη Αραβική ποίηση καλλιεργήθηκε αρχικά στις αυλές τους. Τα παλάτια τους περιγράφονται ως πολυτελή κέντρα τέχνης και πολιτισμού. Ενθάρρυναν τους υπηκόους τους να εγκατασταθούν μόνιμα σε πόλεις, οδήγησαν τον λαό τους σε ευμάρεια, υποστήριξαν Ναούς και Μοναστήρια. Οι αφηγήσεις αυτές δεν έχουν επιβεβαιωθεί αρχαιολογικά, και πιθανά είναι υπερβολικές, αλλά σε καμιά περίπτωση αβάσιμες. Ας σημειωθεί πως σώζονται πολλές επιγραφές στα Ελληνικά που μνημονεύουν τέτοιους βασιλείς ή φυλάρχους. Οπωσδήποτε, ένα σημαντικό μέρος της οικονομίας τους παρέμενε νομαδικό.
 
Ο Αλ-Χαρίθ  (Αρέθας)
Ο Ιουστινιανός το 527 ή το 530 ήταν ο πρώτος Βυζαντινός Αυτοκράτορας που αναγνώρισε τον Χασανίδη φύλαρχο Αρέθα (Αλ Χαρίθ) ως βασιλιά. Αυτός ο ‘Αρέθας’ βρίσκεται στο κέντρο πολλών Αραβικών αφηγήσεων ως μυθικός βασιλιάς.  Οι Ιαφνίδες πλέον γίνονταν δεκτοί στην Κωνσταντινούπολη, αποκτούσαν επίσημους βυζαντινούς τίτλους («Πατρίκιος» κλπ)  και επενέβαιναν στα θρησκευτικά ζητήματα. Επίσης, άρχισαν να έχουν σημαντική επιρροή στον Αραβικό κόσμο, και να συγκεντρώνουν  πλούτο. Ποτέ όμως δεν τους ανατέθηκε διοίκηση κάποιας Βυζαντινής στρατιάς –από όσο γνωρίζουμε, πράγμα που δεν συνέβαινε με άλλους «βαρβάρους».

Το κράτος των Χασανιδών, που είχε τον πυρήνα του στο σημερινό Γκολάν, αναγνωρίστηκε από το Βυζάντιο και χρησίμευε σαν φράγμα στους επιδρομείς της Ερήμου. Την εποχή των Ισλαμικών επιδρομών οι Χασανίδες βρίσκονταν σε άσκημη κατάσταση, μια που δεν είχαν ακόμα συνέλθει από τον πρόσφατο πόλεμο του Βυζαντίου με την Περσία. Οι σημαντικότεροι Άραβες σύμμαχοι των Περσών ήταν οι Λακχιμίδες, που, είναι φυσικό, είχαν έχθρα με τους Χασανίδες.  Όπως προκύπτει από μαρτυρίες της εποχής, ούτε η Περσία, ούτε το Βυζάντιο μπορούσαν να ανεχθούν επ’ άπειρον τις δραστηριότητες των ανυπάκουων αυτών συμμάχων τους, που συχνά δρούσαν ανεξάρτητα και ληστρικά.

Ας σημειώσουμε πως η φυλή αυτή δεν ακολουθούσε δουλικά το Βυζαντινό κράτος. Συγκεκριμένα, οι Χασανίδες είχαν υιοθετήσει τον Μονοφυσιτισμό και απέρριπταν την Σύνοδο της Χαλκηδόνας. Πολλοί πιστεύουν πως αυτή η τακτική στόχευε στο να καθορίσει την ξέχωρη ταυτότητα των Χασανιδών, και την εμφάνισή τους ως ισότιμων συμμάχων και όχι υπόδουλων της Αυτοκρατορίας. Ας σημειωθεί πως ο Μονοφυσιτισμός, με την άρνηση της ανθρώπινης φύσης του Ιησού, ήταν αρκετά κοντά στην μονόπλευρη αντίληψη του Θείου από το Ισλάμ, και κατά κάποιο τρόπο, το ακύρωνε.

Ο Μωχάμετ, αρχικά, θεωρούσε τους Χριστιανούς Άραβες σαν σύμμαχους στην διάδοση της νέας του θρησκείας. Όταν όμως οι Χασανίδες εκτέλεσαν τους απεσταλμένους του Προφήτη που γύρευαν να τους προσηλυτίσουν, Μουσουλμάνοι και Χριστιανοί Άραβες συγκρούστηκαν στη μάχη του Μουτάχ το 629. Με την βοήθεια του Βυζαντινού στρατού, οι Μουσουλμάνοι ηττήθηκαν και οι περισσότεροι ηγέτες τους εξοντώθηκαν.

 Παρά διάφορα μεμονωμένα παραδείγματα εξισλαμισμού και αλλαγής στρατοπέδων, οι Χασανίδες δεν θα γίνονταν ποτέ Μουσουλμάνοι. Ακόμη, προειδοποίησαν τους Βυζαντινούς για τον Ισλαμικό κίνδυνο, αλλά κανείς δεν τους άκουσε. Πολέμησαν με όλες τους τις δυνάμεις εναντίον του Ισλάμ, και όταν η Μέση Ανατολή χάθηκε οριστικά, οι Χασανίδες εγκαταστάθηκαν στο Βυζάντιο, ειδικά στην Μικρά Ασία, και εξελληνίστηκαν, φτάνοντας στα ανώτερα αξιώματα.
 
Ο Νικηφόρος ο Α΄και ο γιος του Σταυράκιος
Ο Βυζαντινός Αυτοκράτορας Νικηφόρος ο Α΄, (802-811) ήταν απόγονος της δυναστείας των Ιαφνιδών, και χρησιμοποιούσε  μάλιστα τον τίτλο του με υπερηφάνεια.  Το κύρος και η δόξα της βασιλικής αυτής οικογένειας, φαίνεται από το γεγονός πως ακόμη και Μουσουλμανικές δυναστείες, οι Ρασουλίδες της Υεμένης και οι Μαμελούκοι Σουλτάνοι της Αιγύπτου,  διατείνονταν, όσο απίθανο και να είναι,  πως κατάγονταν από αυτούς.

Αν ακολουθήσαμε την πορεία επιφανών απογόνων τους στο Βυζάντιο, μπορούμε μόνο να υποθέσουμε, με αρκετή βεβαιότητα όμως, πως πολλοί από τους Χασανίδες επάνδρωσαν τις τάξεις των Ακριτών. Όσο και αν πολλοί θα προτιμούσαν να τους αφήσουν στην ανυπαρξία που τους καταδίκασαν οι περισσότεροι Έλληνες σύγχρονοι Ιστορικοί, η παρούσα στήλη θεωρεί καθήκον της να μνημονεύσει αυτούς τους  υπερήφανους Άραβες που δεν δέχτηκαν να προδώσουν την  (πραγματική) Πίστη των πατέρων τους.