Ο Νικηφόρος Γρηγοράς για τους Μογγόλους.
Μεταφορά στη Νεοελληνική: Δημήτρης Σκουρτέλης.
Οι παρενθέσεις και οι υποσημειώσεις είναι του μεταφραστή.
...Ο Νικηφόρος Γρηγοράς, (1295−1360) ήταν βυζαντινός ιστορικός, φιλόσοφος, θεολόγος, μαθηματικός, αστρονόμος, από τους σημαντικότερους πνευματικούς άνδρες του 14ου αι. μαθητής του Θεόδωρου Μετοχίτη και ευνοούμενος του αυτοκράτορα Ανδρόνικου Β΄ Παλαιολόγου.
Φτάνοντας εδώ στην εξιστόρησή μου, δεν θα μου άρεσε να αποσιωπήσω τα σχετικά με τους Σκύθες, που σε τούτους τους καιρούς επιτέθηκαν στην Ασία και την Ευρώπη. Θα μας αναγκάσουν όσα θα πούμε στη συνέχεια να κάνουμε αναφορές γι αυτούς πολλές φορές, και πρέπει να συγκεντρώσουμε από τώρα τα στοιχεία, να διαλευκάνουμε όσα τους αφορούν και έτσι να αναφερόμαστε στο μέλλον σε αυτούς ευκολότερα.
Γιατί, αν είναι να λέμε συνεχώς πράγματα που οι άλλοι δεν ξέρουν, να ξεκαθαρίζουμε συνεχώς έννοιες, και να κάνουμε την μία αναφορά πάνω στην άλλη, θα καταντήσουμε σαν τα κυνηγόσκυλα, όταν ιχνηλατούν στα λαγοτόπια, και στρέφουν την μύτη τους από το ένα ίχνος στο άλλο.
Είναι πολυάριθμο έθνος, που κατοικεί πολύ πιο βόρεια από τον κόσμο που εμείς γνωρίζουμε, όχι ακριβώς στον Βόρειο Πόλο, αλλά στις αμέσως βορειότερες περιοχές (παραλλήλους) γύρω από όλον τον κόσμο.
Έτσι τα παρέδωσαν όσοι έγραψαν τις αρχαιότερες ιστορίες στους προηγούμενους από μας, και εμείς τα πήραμε από αυτούς, μαζί με όλα τα στοιχεία (πείρα) που προστέθηκαν με τον καιρό.
|
Αρχαίοι Σκύθες.
Η αναπαράσταση έγινε με βάση ταφικά ευρήματα. |
Ο Όμηρος τους αποκαλεί «γαλακτοφάγους» και «αβίους» και «δικαιότατους των ανθρώπων». Εκεί δεν κάνουν κόλπα οι μάγειροι, ούτε τα γεύματα είναι πολυτελή. Δεν φυτεύουν και δεν οργώνουν, ούτε και στον ύπνο τους, ούτε καν το φαντάζονται. Η τροφή τους είναι ότι φυτρώνει στο χώμα, και τα σώματα και το αίμα των υποζυγίων τους και των άλλων ζώων τους. Φυσική τροφή τους είναι και όποιο άγριο ζώο ή πουλί πιάσουν. Ρούχο αυτοσχέδιο, έχουν τα δέρματα των ζώων. Το ασήμι, το χρυσάφι, το μαργαριτάρι, ο λυχνίτης λίθος, έχουν γι αυτούς αξία όσο η σκόνη.
Δεν έχουν πανηγύρια και θέατρα, και βουλευτήρια και ναύσταθμους και τριηραρχίες και αγορανομίες, αλλά έχουν ησυχάσει από δαύτα και ζούνε ατάραχη ζωή.
Όπως οι πυρετοί των ανθρώπινων σωμάτων ξεκινάνε από την ύλη, και από αυτήν παροξύνονται, όσο η ύλη χορηγείται, και όταν το σώμα δεχτεί μεγάλες νηστείες και φάρμακα από γιατρούς, καταναλώνει την ύλη και αμέσως σταματά ο πυρετός.... Έτσι και εκείνοι οι άνθρωποι, μια που δεν έχουν αυτά για τα οποία ξεκινάνε οι διαμάχες και οι φιλονικίες και οι αιματοχυσίες, δεν στήνουν ούτε δικαστήρια, ούτε βουλευτήρια, ούτε εκεί διαβάζονται δημόσια οι νόμοι, ούτε γίνονται λεκτικά κόλπα και διαστρεβλώσεις, και έννοιες λαβυρινθώδεις δεν υπάρχουν. Φυσική Δικαιοσύνη τους απονέμεται, και αυτονομία χωρίς φθόνο από τους άλλους. Και για όλα αυτά ο Όμηρος τους ονόμασε «δικαιότατους των ανθρώπων».
Το όνομά τους οι αρχαίοι σοφοί μας το πέρασαν με διάφορες μορφές. Ο Όμηρος τους λέει Κιμμέριους, ο Ηρόδοτος που έγραψε για τα Περσικά τους λέει Σκύθες διαφόρων ειδών, ο Πλούταρχος ο Χαιρωνεύς τους λέει Κίμβρους και Τεύτονες, όχι επιβεβαιωμένα, αλλά αμφιβάλλοντας ο ίδιος για τον εαυτό του. Το κανονικό τους όνομα θα έπρεπε να είναι αυτό που οι ίδιοι χρησιμοποιούν. Όσοι χρησιμοποιούν για δαύτους ονόματα Ελληνικά, ο καθένας τους ονομάζει όπως του καπνίσει, μια που επιτίθενται σαν χείμαρρος στον δικό μας κόσμο, και κάθε φορά σε διαφορετικό μέρος.
|
Αρχαίος Σκύθης. Αναπαράσταση με βάση το κρανίο του. |
Όπως υπάρχουν ουράνιοι τρόμοι εκ Θεού που πέφτουν στους ανθρώπους, κεραυνοί και φωτιές και βροχές κατακλυσμιαίες, και επίγειοι τρόμοι, σεισμοί και ρήγματα, και (δηλητηριώδη ηφαιστιογενή) αέρια και τυφώνες και λαίλαπες, έτσι και αυτοί συγκεντρώνονται από τον Θεό σαν βόρειοι αρκτικοί τρόμοι, ας πούμε, και η θεία πρόνοια τους στέλνει εναντίον όποιων και όποτε θέλει, σαν άλλη μια μάστιγα.
Από εκεί αποκόπηκαν πολλοί και λήστεψαν αρκετούς τόπους, και υποδούλωσαν πολλά έθνη, όπως ένα μεγάλο κύμα πλημυρίζει παρασέρνει όσα βρίσκονται στην ακτή.
Ξεκινάνε ξεβράκωτοι και ακτήμονες, αλλά μετά αλλάζουν τρόπο ζωής, επηρεασμένοι από τους νέους τόπους όπου εγκαθίστανται. Είναι όπως τα μεγάλα ποτάμια, που δεν χάνουν το πόσιμο νερό και δεν γίνονται αλμυρά με το που φτάνουν στην άμμο της θάλασσας, αλλά προχωρούν πολύ μέσα της χωρίς να αναμιχθούν με αυτήν, αλλά μετά υποχωρούν, και παραδίδονται στην εξουσία του πλουσιότερου νερού.
Έτσι λοιπόν, και όσοι κατοίκησαν πιο κοντά στην αρχική περιοχή από όπου ξεκίνησαν, την Σκυθία, κράτησαν καθαρό και το αρχικό όνομα. Αυτοί ονομάζονται Σκύθες, και η γη που τους τρέφει, Σκυθία. Αυτοί είναι όσοι κατοίκησαν πέρα από τις πηγές του Τάναϊ (Ντον) και τον ίδιο τον ποταμό. Περνώντας από εκεί, ξεχύθηκαν στην Ευρώπη και διεσπάρησαν στην πλευρά της Μαιώτιδος (Αζοφικής) που βλέπει προς τον Ζέφυρο.
|
Έλληνες εναντίον Αμαζόνων |
Κατόπιν, αφού πέρασαν πολλά χρόνια, άλλοι, αφού αποσχίσθηκαν από την μεγάλη πηγή των Σκυθών, χωρίστηκαν σε δυο μέρη:
Το ένα, αφού κατάστρεψε τους Σαυρομάτες που ήταν προς την Ασία, έφτασε μέχρι την Κασπία Θάλασσα, όπου ήδη οι εκεί είχαν αποβάλλει το πάτριο όνομα και λέγονταν Σαυρομάτες, Μασσαγέτες, Μελάγχλαινοι και Αμαζόνες. Όσα ονόματα είχαν πάρει οι διαιρεμένες φυλές, τα πήραν και αυτοί, μια που είχαν μετοικήσει εκεί μόνιμα και αναπότρεπτα.
Το άλλο μέρος, στράφηκε στην Ευρώπη, και πήραν και αυτοί τα ονόματα των Σαρματών και των Γερμανών. Καιρό μετά, μπήκαν και στη χώρα των Κελτών και αποκλήθηκαν Γαλάτες και Κέλτες. Εδώ λένε πως όσοι πέρασαν τις Άλπεις και εκστράτευσαν στην Ιταλία κατά πολλές μυριάδες, οι Τεύτονες και οι Κίμβροι, συν γυναιξί και τέκνοις, κατακόπηκαν από τις Ρωμαϊκές δυνάμεις με υπάτους και στρατηγούς τους Μάριο Γάιο και Κάτουλο Λουτάτιο.
Και για να μην τα πολυλογούμε, πολλές φορές πέρασαν και στην Αφρική, κατανικώντας τους Δυτικούς Ίβηρες και περνώντας τον πορθμό στις Ηράκλειες Στήλες.
|
Αρχαίοι Σκύθες |
Αυτοί λοιπόν, σε όσους ορμήξουν, γενικά τους κατατροπώνουν, και κυριεύουν τους ξένους τόπους. Την Σκυθική γη όμως, κανένας δεν φαίνεται να την υπέταξε στον αιώνα. Ο λόγος είναι που εξ αρχής έχουν απορρίψει τον μαλθακό και πολύπλοκο τρόπο ζωής, δεν τρώνε στάρι, δεν πίνουν κρασί, δεν καλλιεργούν την γη, δεν φύτεψαν ποτέ αμπέλια, ούτε άλλο από τα σπαρτά από τα οποία ο υπόλοιπος κόσμος εξαρτάται για να τραφεί.
Αυτά που στους Σκύθες φαίνονται ευχάριστα και καθόλου κουραστικά, είναι εξαντλητικά για τους αντιπάλους τους. Πρέπει οι εχθροί τους να κουβαλάνε επί πλέον αποσκευές εκτός από τους πολεμιστές, και όπου στρατοπεδεύσουν, χρειάζονται μεγάλη αγορά, για να παρέχουν σε αυτούς και τα ζώα τους τα απαραίτητα.
Ενώ οι Σκύθες, ζώντας ζωή χωρίς ανάγκες και αποσκευές, κάνουν εύκολα τις εκστρατείες τους, διατρέχοντας απόσταση τριών ημερών πορείας (για πολιτισμένο στρατό) σε μια μέρα, σα να ήταν πουλιά, και από εκεί που θα ακουστεί πως έρχονται, εμφανίζονται ταχύτατα σε άλλο μέρος, χωρίς να κουβαλάνε τίποτα, αλλά έχοντας τα πάντα όσα χρειάζονται για να νικήσουν. Έτσι, ακόμα και αν εκστρατεύουν με μικρούς αριθμούς, οι γρήγορες και εύστροφες κινήσεις τους, και πάνω απ’ όλα το ότι δεν νοιάζονται καθόλου για τον εαυτό τους, τους κάνει σαν θηρία άγρια στις μάχες.
Αλλά ας ξαναγυρίσουμε εκεί που σταματήσαμε. Όσο είχε ακόμη τα σκήπτρα των Ρωμιών ο Δούκας Ιωάννης (ο Βατάτζης) ένα πολυπληθές μέρος των Σκυθών, ανερχόμενο σε πολλές μυριάδες ξεκίνησε από την Υπερβόρεια και έφτασε αθρόο μέχρι την Κασπία Θάλασσα. Πάντως, αφού πέθανε ο ηγεμόνας τους ο Σιτζισχάν, μοίρασαν την ηγεμονία οι δυο γιοί του ο Χαλαού και ο Τελεπουγάς. Ο Χαλαού αφήνοντας τον Βορρά και την Κασπία και τον ποταμό Ιαξάρτη, που ξεκινά από τα Σκυθικά Όρη και κατεβαίνει πλατύς και βαθύς εκβάλλοντας στην Κασπία, κατέβηκε μέσω της Κάτω Ασίας.
Θα περιμένουμε μέχρι να μιλήσουμε γι αυτά.
|
Μια τυπική τακτική των Μογγόλων.
Ψεύτικη υποχώρηση κατά την οποία εκτοξεύουν φονικά βέλη.
Παρασύρουν έτσι τον εχθρό που τους καταδιώκει και έχει χάσει την συνοχή του,
στην αντεπίθεση του βαρέως τους ιππικού που βρίσκεται πίσω τους...
|
Με ελκύει το θέμα της Ευρώπης. Διότι ο άλλος γιος του Σιτζισχάν, ο Τελεπουγάς, έχοντας σαν σύνορο της εξουσίας του τους πρόποδες του Καυκάσου και τα πελάγη της Κασπίας, βάδισε μέσα από την γη των Μασσαγετών και των Σαυροματών, κατακτώντας την όλη, και όσα έθνη κατοικούν γύρω από την Μαιώτιδα και τον Τάναϊ.
Μετά, περνώντας τις πηγές του Τάναϊ, ξεχύθηκε κάτω δυνατά, μέσα στους λαούς της Ευρώπης. Αυτοί ήταν πολλοί και ανάμικτοι. Όσα ήταν στα ηπειρωτικά, ήταν λείψανα και κομμάτια των αρχαίων Σκυθών, που διαχωρίζονταν σε νομάδες και ‘αροτήρες’ (γεωργούς) Αυτοί που πλήθαιναν στην Μαιώτιδα και τον (Εύξεινο) Πόντο ήταν Ζικχοί, Αβασγοί, Γότθοι και Αμαξόβιοι, Ταυροσκύθες και Βορυσθενίτες, και κοντά σε αυτούς όσοι κατείχαν την Μυσία στις εκβολές του Ίστρου. (Δούναβη) Ούννους και Κομάνους τους έλεγαν αυτούς και άλλοι τους ονόμαζαν Σκύθες. Τρόμαξαν από την βαριά και απρόκλητη επίθεση των Σκυθών, και κατάλαβαν πως έπρεπε να μεταναστεύσουν από εκεί. Κανείς δεν είχε βάσιμη ελπίδα πως θα μπορούσε να αντισταθεί.
Όλοι, πόλεις και λαοί καταστρέφονταν και συντρίβονταν σα να ήταν στάχια σε αλώνι το καλοκαίρι. Έτσι λοιπόν, απογοητευμένοι από τον πόλεμο με τους Σκύθες, αντί άλλου πλεούμενου γέμισαν δέρματα με άχερα και πέρασαν τον Ίστρο με τα γυναικόπαιδά τους. Δεν περιπλανήθηκαν και λίγο σε όλη την Θράκη, ψάχνοντας μέρος να τους ταιριάζει. Δεν ήταν λιγότεροι από δέκα χιλιάδες.
|
Οι δυτικοί ιππότες υπήρξαν τοσο εύκολη λεία για τους Μογγόλους
όσο και κάθε άλλος στρατός της εποχής... |
Πριν τους σταματήσει την περιπλάνηση, ο βασιλιάς Ιωάννης τους καλοδέχτηκε με μεγαλοπρεπή δώρα και άλλα καλοπιάσματα και έτσι τους έλκυσε, κατατάσσοντάς τους στα Ρωμαίϊκα στρατεύματα, προσφέροντάς τους διάφορες περιοχές για κατοικία, άλλες στην Θράκη και την Μακεδονία και άλλες στην Ασία, στον Μαίανδρο και την Φρυγία.
Αλλά η αφήγηση πάλι στην Ανατολή μας βγάζει, σε εκείνους τους Υπερβόρειους Σκύθες που έπεσαν δυνατά σαν ακρίδες στην Ασία και την κατοίκησαν και την σκλάβωσαν σχεδόν όλη.
Ετούτοι πέρασαν τα στενά της Κασπίας και βγήκαν στις πλάτες των Σογδιανών και των Βακτριανών, και τους ποταμούς Ώξο και Σόγδο, που είναι μεγάλοι και τρέφονται από πολλές πηγές. Πέρασαν τον χειμώνα στους πρόποδες των μεγάλων βουνών που ήταν μπροστά, απολαμβάνοντας τα αγαθά της λείας των εκεί χωρών, όση πήραν. Αυτά τα βουνά είναι πολλά και μεγάλα και έχουν το γενικό όνομα Ταύρος και διαπερνούν την Ασία ακριβώς στη μέση. Η αρχή τους προς τον Ζέφυρο είναι κοντά στο Αιγαίο Πέλαγος, και ξεκινώντας από εκεί σκίζουν όλη την Ασία μέχρι να τελειώσουν στον Ωκεανό προς τον Απηλιώτη.
Όταν έφτασε η Άνοιξη, που όλο το πρόσωπο της γης ντύνεται με χλόη, οι Σκύθες εγκατέλειψαν τα χειμαδιά στους πρόποδες των βουνών, σαν τις κατσίκες και τα βόδια, και καβάλησαν τις κορφές των βουνών, και κύλησαν πάνω στα εκεί έθνη και τα έκαναν όλα λεία πολέμου.
Φτάσανε στις Ινδίες, που διασχίζονται από τον μεγάλο ποταμό Ινδό. Και αφού τους έβαλαν ζυγό δουλείας, δεν πήγαν ανατολικά, λόγω του ανώμαλου και ζεστού τόπου. Επιτέθηκαν ορμητικά στην Καρμανία και την Αραχωσία, και αφού όλοι υπέκυπταν εύκολα, φτάσανε στους Χαλδαίους και τους Άραβες. Μετά, διαβήκανε στους Βαβυλώνιους και τους Ασσύριους, και αφού κατέλαβαν την Μεσοποταμία, και τους άρεσαν οι χάρες του τόπου, εκεί σταματάνε την περιπλάνηση, που ήδη είχε κρατήσει τρία χρόνια, από τότε που πέρασαν τον ποταμό Ιαξάρτη και χωρίστηκαν από τους ομόφυλούς τους, γενόμενοι μόνοι τους κύριοι της Ασίας.
Σαν την φωτιά που άρχισε σε δάσος πυκνό, δεν κατατρώγει πρώτα μόνο αυτό, αλλά παρόμοια τρώει και όλα τα γύρω, ενώ τρέφεται εύκολα από αυτό. Έτσι και ο αρχηγός των Σκυθών ήθελε όλα τα μέρη της Ασίας που προσφέρονταν για εγκατάσταση και απόλαυση. Όσα είχε δεν του έφτασαν για να ησυχάσει, και δεν άφηνε ήσυχα τα γειτονικά μέρη. Έστειλε τους υπαρχηγούς του, σατράπες και χιλίαρχους, πρώτα στους Πάρθους και τους Μήδους. Μετά, ανεβαίνοντας την Μεγάλη Αρμενία κάλπασε μέχρι την Κολχίδα και την εκεί Ιβηρία.
|
Ένας βαριά οπλισμένος Μογγόλος ιππέας.
|
Επρόκειτο δε, στα επόμενα χρόνια να προελάσει στο εσωτερικό της Ασίας και να κάνει σύνορα τις άμμους της παραλίας, εκεί που συνθηκολογούν η γη και η θάλασσα. Δεν θα ήταν ανεκτό να αφήσει έξω από την λαβή του κάτι από όσα γεμίζουν την Ασία.
Πρόσφατα ηρέμησαν μένοντας εκεί, μοιράζοντας μεταξύ τους πόλεις και χώρες, και κτήματα και σπίτια, που χάριζαν στο σώμα τους ευθυμία και καλοπέραση.
Το χρυσάφι και το ασήμι και η ποικιλία των αγαθών και η πολυτέλεια –που είναι συνήθης σε εκείνα τα μέρη που κατέκτησαν- δεν τους ήταν γνωστή ούτε χρήσιμη. Γι αυτό και τα προσπέρναγαν σαν να ήταν σκόνη και τα νόμιζαν σκουπίδια. Γιατί η Φύση, γίνεται δάσκαλος στο να αποκτάμε πρώτα αυτά που έχουμε ανάγκη. («Η γαρ φύσις των αναγκαίων γίνεται πρώτον διδάσκαλος»)
|
Υποθετικό άγαλμα του Τσένγκις Χαν |
/........../
Αλλά τώρα, ενώ ήταν συνηθισμένοι μόνο στα απαραίτητα, και περιορίζονταν σε αυτά, αφού έπεσαν σε τόσες χάρες εκείνων των τόπων που κατάκτησαν, όσες έχει η Βαβυλωνία και η χώρα των Ασσυρίων, δεν αποφάσισαν να απαλλαγούν από αυτά, αλλά με χαρά είπαν πως αφήνουν πια τους κόπους και τις περιπλανήσεις και θα ζουν με καθισιό πλέον. Σε όσα έθνη κατέλαβαν έβαλαν φόρους και δεν παραλείπουν κάθε χρόνο να δασμολογούν και να επιτάσσουν και να υποδουλώνουν, να βγάζουν διατάγματα σαν να κάθονταν σε μεγάλο (Δελφικό) τρίποδα («χρηματίζοντες ως εκ μεγάλου τρίποδος») και να νομοθετούν όσα τους φαίνονται βολικά.
Με τον καιρό, συνταιριάζοντας με τους μορφωμένους Ασσύριους, Πέρσες και Χαλδαίους, στράφηκαν στην πίστη τους, παρατώντας τη πατροπαράδοτη αθεΐα τους. Πήραν και τις δικές τους συνήθειες, τα πολυτελή ρούχα και τραπέζια, και όσα άλλα χαρακτηρίζουν τον τρυφηλό βίο.
Τόσο πολύ άλλαξαν την ζωή τους που ενώ φόραγαν χοντρά και μυτερά γούνινα καπέλα και για καλύτερο ρούχο είχαν τα ακατέργαστα δέρματα των αγρίων ζώων, αλλά και ανάλογα όπλα, κάτι ματσούκια και κάτι σφεντόνες, δόρατα και βέλη και τόξα αυτοσχέδια όλα, όσα μπορούσε να κατασκευάσει κανείς δουλεύοντας ώρες πολλές από τις δρυς και τα παρόμοια δέντρα που είναι αυτοφυή στα βουνά και τις λόχμες .... τώρα χρησιμοποιούν μετάξια και χρυσοκέντητα σε κάθε ενδυμασία τους. Τόσο πολύ έχασαν το μέτρο από τον τρυφηλό βίο, ζώντας διαμετρικά αντίθετα από πριν...
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
|
Σύγκριση της Μογγολικής και της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας
Ένα σχόλιο του Δημήτρη Σκουρτέλη:
Η Ιστορία,
γραμμένη από κατοίκους πόλεων, υποτιμά το ρόλο και την ισχύ των νομάδων
κτηνοτρόφων στις προβιομηχανικές κοινωνίες.
Διαθέτουν έμφυτα στρατηγικά και
στρατιωτικά προσόντα που τους κάνουν ασυναγώνιστους.
Οι νομάδες ποιμένες είναι εξ ορισμού σκληροτράχηλοι, η
καθημερινή τους ζωή είναι κατά βάση στρατιωτική, και μάλιστα σκληρότερη από
αυτή των μόνιμα εγκατεστημένων αγροτών και κτηνοτρόφων, ακόμα και από αυτή των προσωρινά
στρατευμένων μονίμων κατοίκων.
Η εξασφάλιση καλού ανεφοδιασμού,
δηλ. τροφής για τα ποίμνια ή το στρατό, είναι το κύριο ζητούμενο του στρατηγού
αλλά και του τσομπάνη.
Έχουν ικανότητες μακρόπνοου
σχεδιασμού επιλέγοντας τους δρόμους κίνησης των κοπαδιών προς νέα βοσκοτόπια
και τέλεια γνώση του εδάφους και του κλίματος.
Γνωρίζουν και δεν φοβούνται ούτε
διστάζουν να σκοτώνουν, τόσο πολεμώντας τους ληστές και τα αγρίμια που
λυμαίνονται τα κοπάδια τους, αλλά και σφάζοντας τα ίδια τους τα ζώα.
Είναι, συνεπώς, αντίπαλοι επίφοβοι, γιατί είναι εξ ορισμού όχι
μόνο πολεμιστές, αλλά και αυτοδίδακτοι στρατηγοί.
Ο κόσμος που ζούμε σήμερα, έχει διαμορφωθεί από την τελευταία
επιδρομή τους. Δεν είναι ο Μεγαλέξαντρος, ή ο Μάρκο Πόλο που ένωσε Ανατολή και
Δύση, όπως μας λένε, αλλά ο τσομπάνης Τσέγκις Χαν…
|