|
Νορμανδός πολεμιστής |
Δεν
ερευνώ τον Ελληνικό Μεσαίωνα για λόγους
“πνευματικής φυγής” ούτε για να ενθυμηθώ
αρχαίες δόξες και να καλέσω τον Έλληνα
να επιστρέψει στο αρχαίον κλέος. (κλαίων)
Ασχολούμαι
με τον Ελληνικό μεσαίωνα γιατί πιστεύω
πως σε αυτόν γεννήθηκε ο Νέος Ελληνισμός,
και συνεπώς θέλω να κατανοήσω τον εαυτό
μου, και να διαπιστώσω εάν και πόσο, αυτή
η αρχή μας προβάλλεται στο παρόν μας
και εάν και πόσο θα επηρεάσει το μέλλον
μας.
Όσοι
λοιπόν περιμένουν να δούν “Το τέλειο
Βυζαντιο” στα δημοσιεύματά μου, ας
μην χάνουν άλλο τον καιρό τους.
Όσοι
δε αυτοαποκαλούμενοι ακραιφνείς Έλληνες
έχουν πέσει πάνω στη αποκαλούμενη
“ανθελληνική” μελέτη μου για την αρχαίαΕλλάδα, θα μπορούσαν να δουν, αν άνοιγαν
λίγο τα μάτια τους, πως όλα τα αρνητικά
που βρίσκω στην αρχαιότητα, προβάλλονται
και έχουν την συνέχειά τους στο Βυζάντιο,
και μέσω αυτού, σε μας...
Τίποτα,
μα τίποτα από όσα καταλέγω εκεί περί ελληνικής
αρχαιότητας δεν θα μπορούσε να μην
ειπωθεί και για το Βυζάντιο.
Η
επαφή των Βυζαντινών Ελλήνων με τους
Λατίνους κατά την εποχή των Κομνηνών
ήταν το μεγαλύτερο πολιτισμικό σοκ που
υπέστη η φυλή μας. Ουσιαστικά, πράγματι,
ανέκαθεν είμαστε πιο συγγενείς πολιτισμικά
με την Ανατολή, παρά με την Δύση. Αυτή η
τεράστια απόσταση, δημιούργησε τις
παρακάτω παρεξηγήσεις και περίεργες
γνώμες που ο ένας πολιτισμός σχημάτισε
για τον άλλον. Πολλές από αυτές είναι
αστείες, αλλά αποδείχνουν την τεράστια
απόσταση που μας χώριζε.
Την
ουσία όμως, την δίνει ο Κίνναμος, στο
τέλος του αποσπάσματος που παραθέτουμε,
σαν γνήσιος συνεχιστής των αρχαίων
Ελλήνων:
Οι
Δυτικοί είναι άνθρωποι που δεν έχουν
αίσθηση του Μέτρου.
Πόσο
αυτή η διαπίστωση ισχύει και σήμερα!!!
Δημήτρης
Σκουρτέλης
|
Ο πάπας Ουρβανός καλεί σε σταυροφορία |
Π.
Γουναρίδης
Η
εικόνα των Λατίνων την εποχή των Κομνηνών
...Ας
ξαναθυμίσουμε την έκπληξη του Θεοφύλακτου
Αχρίδας για την α' σταυροφορία και τα
λόγια του: εταράχθημεν,
έσαλεύθημεν ώς ό μεθύων καί πάσα ή σοφία
ημών κατεπόθη....
....Ωστόσο,
για τους Βυζαντινούς, που ήλθαν σε επαφή
με τους σταυροφόρους η υπόθεση αυτή δεν
ήταν ένα παιχνίδι επιρροών και διεκδικήσεων
ήταν πρόβλημα φυσικής επιβίωσης...
...η αγαμία των κληρικών της δυτικής
εκκλησίας παύει να είναι ένα θεωρητικό
ζήτημα για να γίνει ένα σκαμπρόζικο
θέμα. Οι άγαμοι κληρικοί δέχονται τη
νύχτα τις ερωμένες τους, χωρίς να τους
μιλήσουν και χωρίς να τις δουν, και
θεωρούν τη συνεύρεση αυτή ως όνειρο. Η
προσοχή που δίνεται στην λεπτομέρεια,
το γεγονός ότι οι κατηγορίες έχουν χάσει
πολύ από τον θεωρητικό χαρακτήρα τους
και το ότι η αποδεικτική διαδικασία,
στηριγμένη στις γραφές και τη διδασκαλία
των πατέρων της εκκλησίας είναι ανύπαρκτη
καθώς και η περιγραφή σκηνών της
καθημερινής ζωής, πραγματικών ή
φανταστικών, είναι αποτέλεσμα της άμεσης
και μαζικής επαφής που είχαν οι βυζαντινοί
με τους Νορμανδούς, τους σταυροφόρους
και τους Ιταλούς εμπόρους.
Έτσι,
ο Θεοφύλακτος όταν απαριθμεί τις
αιτιάσεις, στην πραγματεία του για την
εκπόρευση του Αγίου Πνεύματος, παρακαλεί
τον ανταποκριτή του να μη γελάσει,
αφού κάποιοι θεωρούν ως αιτία αίρεσης
και το ότι οι Λατίνοι ξυρίζονται. Ωστόσο,
για τον Κωνσταντίνο Στιλβή το
ξύρισμα, στο οποίο προστίθεται και η
έννοια της θηλυπρέπειας, καθώς και η
λεπτομέρεια του ότι οι λατίνοι ιεράρχες
ξυρίζουν ολόκληρο το σώμα τους, αποτελούσε
πραγματική και ικανή αιτία για να
κατηγορηθούν οι Λατίνοι ως σχισματικοί.
Μάλιστα, σ' ένα κείμενο που αποδίδεται
στον πατριάρχη Νικόλαο Γ' το ξύρισμα
χαρακτηρίζεται ως ειδωλολατρική
πρακτική: Το γούν ξυράσθαι το
γένιον παρά τοις "Ελλησιν εις την τών
τελευτηκότων τιμήν. (ήταν
εκδήλωση πένθους, ειδικά το κόψιμο των
μαλλιών Σ.Δ.Σ.) Το πέρασμα από
το ευτράπελο στην ουσιαστική κατηγορία,
πέρα από την προφανή βάση του στην
διαφορά συνηθειών, στηρίζεται και σε
τραυματικές εμπειρίες Βυζαντινών πριν
από την πτώση της Κωνσταντινούπολης.
Όταν οι Νορμανδοί κατέλαβαν τη Θεσσαλονίκη
υποχρέωσαν τους Βυζαντινούς να ξυριστούν
και να κουρευτούν κατά τον λατινικό
συρμό και σε όσους δεν συμμορφώθηκαν
τους τραβούσαν τα μαλλιά και τα γένια.
Το
ίδιο συνέβη και όσον αφορά την τροφή.
Τους πεινασμένους Θεσσαλονικείς, όταν
εύρισκαν τροφή και ήταν Τετάρτη ή
Παρασκευή, οι Νορμανδοί τους κατηγορούσαν
ότι δεν τηρούν τις νηστείες. Δεν είναι
πάντα προφανής η εμπειρία που γέννησε
τη φήμη και έδωσε την αφορμή για να
γενικευτεί η κατηγορία και να γίνει μια
αιτίαση για αίρεση.
Οι
κατηγορίες για επιορκία των Λατίνων,
επιορκία που έχει συγχωρεθεί από τον
πάπα, πριν ακόμη παρθεί ο όρκος, είναι
φανερό ότι αναφέρεται σε κάποιους από
τους όρκους προς τον βυζαντινό αυτοκράτορα,
που οι ηγέτες των σταυροφόρων και κυρίως
οι ηγεμόνες των
σταυροφορικών κρατών δεν ετήρησαν.
|
Νορμανδοί ιππείς |
Κάποιες
άλλες κατηγορίες, όπως αυτή σύμφωνα με
την οποία ο νεκρός πάπας χειροτονούσε
τον νεοεκλεγμένο, είχαν σαν πηγή τις
παλαιότερες φήμες που κυκλοφορούσαν
στο Βυζάντιο για τους Αρμενίους
μονοφυσίτες.
Τέτοια
ήταν και η κατηγορία για εικονομαχία,
που ήδη στον 11ο αι. αναφέρει και απορρίπτει
ο Θεοφύλακτος Αχρίδας, μα που γίνεται
κεφάλαιο κατηγορίας στα τέλη του 12ου
αι., αφού οι Λατίνοι εν ίσω
τίθενται το προσκυνεϊν καί το μη
προσκυνεϊν τάς εικόνας και
μάλιστα δεν ασπάζονται την εικόνα αλλά
την ακουμπούν με την άκρη των δακτύλων
τους, τα οποία στην συνέχεια φιλούν.
Αλλά
ας επανέλθουμε σε ένα θέμα που είναι
κατ' εξοχήν θέμα της καθημερινής ζωής:
τη διατροφή. Ο Θεοφύλακτος αναφέρει
ότι οι Λατίνοι κατηγορούνται για την
κατανάλωση πνιχτών κρεάτων,
δηλαδή κρεάτων που δεν έχουν ματώσει.
Το έθιμο αυτό είναι το μόνο που τον
βρίσκει αντίθετο, αλλά προσθέτει ότι
για την πρακτική αυτή δεν πρέπει να
κατηγορούνται όλοι οι Λατίνοι, ταύτης
γαρ ουδέ τούνομα
(της πνικτοφαγίας) Λατίνοις
σώφροσιν άνεκτόν, ώσπερ ούδε παρ' ήμΐν
το της ληστείας ή πορνείας, καν οι
θηριώδεις καί κτηνώδεις ταύτα
έπιτηδεύωσι... Εντούτοις, ο
συγγραφέας της πραγματείας του 12ου αι.
και ο Κωνσταντίνος Στιλβής κατηγορούν
τους Λατίνους πως τρέφονται με πνικτά
θνησιμαία και θηριάλωτα ζώα καθώς και
με ζώα μη οικόσιτα, άρκτους, τσακάλια,
χελώνες, σκαντζόχοιρους, κάστορες,
κουρούνες, κοράκια, δελφίνια, ποντίκια
και ει τι μυσαρώτερον τούτων καί
μιαρώτερον.
Τους
κατηγορούν δε ότι τρώνε συντροφιά με
τα ζώα, σκύλους και αρκούδες, χρησιμοποιώντας
τα ίδια σκεύη για να φάνε οι ίδιοι και
για να δώσουν φαγητό στα ζώα αυτά. Είναι
γεγονός ότι η διατροφή των Λατίνων έκανε
εντύπωση στους Βυζαντινούς: ο Ευστάθιος
Θεσσαλονίκης και ο Νικήτας Χωνιάτης
μιλούν για την κατανάλωση μοσχαρίσιου
και χοιρινού κρέατος αναμεμειγμένου
και με μεγάλη ποσότητα
σκόρδων. Εξάλλου, ο Μιχαήλ Χωνιάτης,
μετά το 1204, κάνει λόγο για την εξαφάνιση
των άρκτων από τα ελλαδικά βουνά, θυμάτων
της λατινικής αδηφαγίας.
Ανάμεσα
στους Βυζαντινούς κυκλοφορούσε η φήμη
ότι οι Λατίνοι πίνουν το κάτουρό τους.
Ο Ευστάθιος Θεσσαλονίκης για να δείξει
τις ιεροσυλίες των Νορμανδών αναφέρει
ότι οι κατακτητές κατούρησαν στα
καντήλια των εκκλησιών και τα χρησιμοποίησαν
ως ποτήρια. Αναφέρει ότι ούρησαν στα
πηγάδια και στην συνέχεια έπιναν από
εκεί νερό. Η έκφραση του Ευσταθίου είναι
αόριστη και στις δύο περιπτώσεις, για
το αν οι δύο πράξεις ήταν ταυτόχρονες,
προσφέροντας στον αναγνώστη του τη
δυνατότητα να πλάσει την εικόνα της
μιαρότητας των Λατίνων. Ο Κωνσταντίνος
Στιλβής αναφέρει πως λέγεται ότι τινές
αυτών προφάσει σωματικής ευεξίας το
εαυτών οΰρον νίπτονται, εστί δ' ότε
καί εξ αυτού πίνουσιν...
|
Νορμανδοί ιππείς |
Η
γενίκευση των αρνητικών χαρακτηριστικών
των Λατίνων, η μυθοπλασία γύρω από τις
συνήθειες τους ή και η χρήση παραδόσεων
που αφορούσαν άλλους λαούς, για να
κατηγορηθούν οι Λατίνοι, αναφέρονται
σε όλες τις εκφάνσεις της ζωής. Η ζωή
τους παρουσιάζεται σαν τερατώδης, ως
συνεχές σκάνδαλο, ως μια συνεχής υπερβολή.
Η συμπεριφορά των Λατίνων απέναντι
στους Βυζαντινούς παρουσιάζεται πάντα
σαν περιφρονητική γεμάτη μίσος, χωρίς
ανοχή. Έτσι, κατά τον Ευστάθιο Θεσσαλονίκης,
οι Νορμανδοί αποκαλούσαν τους Θεσσαλονικείς
διαβόλους, ενώ ο Νικήτας Χωνιάτης,
μιλώντας για τη συμπεριφορά τους και
γενικεύοντας, τονίζει ότι όταν οι Λατίνοι
είναι νικητές και οι Βυζαντινοί ηττημένοι,
όπως
συνέβη στη Θεσσαλονίκη, τότε η
συμπεριφορά του νικητή ξεπερνά κάθε
όριο.
Τη
σκαιά συμπεριφορά των Λατίνων, οι
βυζαντινοί συγγραφείς τη χαρακτηρίζουν
αγέρωχη, ιταμή, θρασεία, αλαζονική,
υψηλαύχενα κλπ. Η συμπεριφορά αυτή
μπορούσε, κατά τους βυζαντινούς
συγγραφείς, να περάσει από το ένα άκρο
στο άλλο' ποτέ δεν χαρακτηριζόταν από
το μέτρο και δεν μπορούσε να διακρίνει
το ανθρώπινο από το θείο: οι γαρ
βάρβαροι, λέει ο Χωνιάτης, καί
θεία καί ανθρώπινα συγχέοντες πράγματα
τιμαν ουκ ήδεσαν τα θεού ενώ ο
Κίνναμος τονίζει ότι φιλεί
γάρ
το βάρβαρον ευημερούν
ύπέρμετρον επαίρεσθαι καί αύχείν,
δυστυχούν δε καταβάλλεσθαί τε πλέον ή
προσήκει καί ταπεινούσθαι παρά τό
μέτρων. Η ιδέα του βαρβάρου, με
την έννοια που τη χρησιμοποιούσαν οι
Έλληνες αναβιώνει υποταγμένη, φαινομενικά,
στη θρησκευτική διαφορά.
Πράγματι,
το θρησκευτικό με τα δύο μείζονα θέματα,
την εκπόρευση του Αγίου Πνεύματος και
τη χρήση του αζύμου άρτου, μοιάζει να
κυριαρχεί. Ωστόσο, σε ό,τι αφορά τις
θρησκευτικές διαφορές, η πραγματική
διαμάχη ανάμεσα στις δύο εκκλησίες
αφορά την ισχύ που έχει ο πάπας μέσα
στην οικουμενική εκκλησία, το πρωτείο
του πάπα.
Εξάλλου
η αντίληψη πως πίσω από κάθε Βυζαντινό
κρυβόταν και ένας θεολόγος που περνούσε
τη μέρα του συζητώντας τις δογματικές
διαφορές είναι πλαστή...