Τετάρτη 19 Δεκεμβρίου 2018

"Η επιστροφή του Αμιρά". Έργο Δημήτρη Σκουρτέλη




Στα γραπτά έπη αναφέρεται πως οι άντρες και η μητέρα του Αμιρά Μουσούρ 
προσπάθησαν να τον πείσουν να επιστρέψει στο Ισλάμ 
στέλνοντας ένα απόσπασμα να τον φέρει πίσω στην Συρία. 
Ο Αμιράς πήγε μαζί τους, και όχι μόνο δεν επέστρεψε στο Ισλάμ 
παρά έπεισε τους άντρες του και την μητέρα του να γίνουν Χριστιανοί
 και να τον ακολουθήσουν πίσω στα βυζαντινά εδάφη. 
Μαζί πήρε την περιουσία του ενώ απελευθέρωσε 
και όλους τους Χριστιανούς αιχμαλώτους που βρήκε. 
Αυτό το συμβάν προσπαθώ να απεικονίσω σε αυτό το έργο.
Έργο Δημήτρη Σκουρτέλη.

Εδώ βλέπουμε τους πέντε αδελφούς της Ειρήνης, της γυναίκας του Μουσούρ.
Αυτοί ανακάλυψαν το Συριακό απόσπασμα που στάλθηκε να πάρει τον Αμιρά
και υποψιάστηκαν πως πράγματι ο Αμιράς θα το έσκαγε.
Μετά από έντονες σκηνές με την γυναίκα του και τους αδελφούς της
ο Αμιράς τους έπεισε πως θα επιστρέψει.
Κεντρική μορφή στην σκηνή, ο Κωνσταντίνος, αυτός που νίκησε τον Αμιρά σε μονομαχία
όταν αυτός είχε επιτεθεί στα σύνορα, χάρη στο θαυμαστό του άλογο,
το οποίο έχει και αυτό την θέση του στο έργο,
μια που αργότερα το ίππευσε και ο Διγενής για να κλέψει την καλή του.
Ένα άλογο που ...γεννά γάμους.
Έργο Δημήτρη Σκουρτέλη. Λεπτομέρεια.

Μερικοί ακρίτες.
Έργο Δημήτρη Σκουρτέλη. Λεπτομέρεια.

Ο Αμιράς επιστρέφει και αγκαλιάζει τον μικρό Διγενή.
Στην διαδρομή είχε σκοτώσει ένα λιοντάρι και είχε στείλει το δέρμα του και τα νύχια του
για να παίζει ο μικρός ήρωας.
Έργο Δημήτρη Σκουρτέλη. Λεπτομέρεια.

Χωρίς να αναφέρεται στο κείμενο, ένα πουλάκι πάντα παραστέκεται στους ακρίτες
προβλέποντας το μέλλον όπως θα δούμε παρακάτω.
Έργο Δημήτρη Σκουρτέλη. Λεπτομέρεια.

Οι Άραβες άντρες του Αμιρά που τον ακολούθησαν στο Βυζάντιο.
Έργο Δημήτρη Σκουρτέλη. Λεπτομέρεια.

Προσωποποίηση του ποταμού Ευφράτη,
το συμβολικό σύνορο ανάμεσα στο Βυζάντιο και τους Άραβες.
Έργο Δημήτρη Σκουρτέλη. Λεπτομέρεια.

Η μητέρα του Αμιρά τον ακολουθεί στο Βυζάντιο.
Έργο Δημήτρη Σκουρτέλη. Λεπτομέρεια.

Σημαντικότατο φορτίο, οι "μούλες" φορτωμένες με ασήμι.
Τα αιγοπρόβατα δεν αναφέρονται αλλά νομίζω πως εννοούνται ευκόλως.
Το απόσπασμα που ήρθε να πάρει τον Αμιρά, είχε σαν έμβλημα την χρυσή πανοπλία του πατέρα του.
Πιθανότατα αντανακλάται κάποιου είδους νεκρική λατρεία ή έθιμο.
Στην Κωνσταντινούπολη, το κρέμασμα ενός θώρακα στην Χρυσή Πύλη σήμαινε πως είχε κηρυχθεί πόλεμος.
Έργο Δημήτρη Σκουρτέλη. Λεπτομέρεια.

Άλλο σημαντικό περιουσιακό στοιχείο που έφερε ο Αμιράς
ήταν τα αραβικά του άλογα, τα οποία μάλιστα είχαν και τις σέλλες και τα χαλινάρια τους,
 πράγμα που πρόσθετε στην αξία τους.
Έργο Δημήτρη Σκουρτέλη. Λεπτομέρεια.

Η διακοσμητική ζώνη. Συμπληρωμένα αντίγραφα από Βυζαντινά κεραμικά και ανάγλυφα


Δυο ακρίτες πολεμούν με φίδια.
Επάνω, η μορφή είναι δοσμένη σχεδόν γελοιογραφικά, με ένα μικρό γενάκι στο πηγούνι.
Υπάρχουν όμως σημαντικά στοιχεία οπλισμού
μια που ο ήρωας δείχνεται να προστατεύεται από αλυσιδωτή πανοπλία σε όλο το σώμα του.
Έργο Δημήτρη Σκουρτέλη. Λεπτομέρεια.

Ένα καράβι, σημαντικό στοιχείο στην ακριτική ζωή,
μια που συχνά γίνονταν συνδυασμένες επιχειρήσεις στρατού και ναυτικού.
Κάτω, ένας ακρίτας, συμπληρωμένος με άλογο που φορά πανοπλία.
Η συμπλήρωση βασίζεται στα σχέδια που φαίνονται στον λαιμό του αλόγου που έχει διασωθεί.
Μπορούν όμως να ερμηνευθούν και αλλιώς,
Έργο Δημήτρη Σκουρτέλη. Λεπτομέρεια.

Ένας αετός, σύμβολο της Αυτοκρατορίας και
ένας ακρίτας που κυνηγάει.
Λόγω έλλειψης χώρου, δεν έβαλα τον ολόσωμο αρματωμένο άγγελο πάνω αριστερά.
 που τον αντικατέστησα με ένα Χερουβείμ.
Πιθανότατα είναι η σκηνή της συνομιλίας του Διγενή με τον Χάρο όσο κυνηγούσε.
Έργο Δημήτρη Σκουρτέλη. Λεπτομέρεια.

Ένας ήρωας σκοτώνει μια λεοπάρδαλη. Κρατά δυο σπαθιά και φορά
ενισχυμένο "καββάδιο", περιβραχιόνια και περικνημίδες.
Γενικά θα προσέξουμε πως η εμφάνιση των πολεμιστών στα λαϊκά αυτά έργα
είναι πολύ διαφορετική από αυτήν των στρατιωτικών αγίων στις αγιογραφίες,
και κατά τη γνώμη μου, πιο κοντά στην πραγματικότητα.
Το λιοντάρι είναι ο τυπικός αντίπαλος του Ακρίτα.
Έργο Δημήτρη Σκουρτέλη. Λεπτομέρεια.

Άλλοι δυο ακρίτες με ιδιόρρυθμα κράνη θώρακες και ρούχα.
Η μορφή δεξιά μάλλον κρατά σαντούρι και όχι ασπίδα, γιατί αλλιώς θα
έπρεπε να έχει και άλλο όπλο.
Οι ακρίτες τραγουδούσαν και έπαιζαν όργανα στα έπη.
Έργο Δημήτρη Σκουρτέλη. Λεπτομέρεια.

Αριστερά η σκηνή περιγράφεται στο έπος όπου ο Διγενής "ξεμασελίζει" μια αρκούδα.
Εδώ, είναι λιοντάρι.
Δεξιά, μια λέαινα με το λιονταράκι,
όπως περιγράφεται πως αντιμετώπισε ένα κοπάδι από αυτές ο Διγενής.
Έργο Δημήτρη Σκουρτέλη. Λεπτομέρεια.


Ο Διγενής έπαιζε ταμπουρά και τραγούδαγε, σκάρωνε μάλιστα και αυτοσχέδιους στίχους.
Δεξιά και πάλι ο αετός, το σύμβολο της Αυτοκρατορίας.
Έργο Δημήτρη Σκουρτέλη. Λεπτομέρεια.

Αριστερά, έτσι περιγράφεται στα Δημοτικά ο Διγενής να κρατά στα γόνατα την καλή του.
Έργο Δημήτρη Σκουρτέλη. Λεπτομέρεια.

Έργο Δημήτρη Σκουρτέλη. Λεπτομέρεια.

Δυο ακρίτες που πολεμούν φίδια.
Επάνω, και πάλι έχουμε ιδιαίτερο οπλισμό με ραβδί και ασπίδα
 επωμίδες που πετάνε στον αέρα, και το πουλάκι που κάθεται στην θήκη του σπαθιού.
Κάτω, έχουμε την λέξη προς λέξη εικόνα του στίχου:
"Πέντε κοντάρια του 'δωσα και μια σπαθιά στη μέση"
Έργο Δημήτρη Σκουρτέλη. Λεπτομέρεια.













Τρίτη 29 Μαΐου 2018

Οδ. Ελύτης: Θάνατος και Ανάστασις του Κωνσταντίνου Παλαιολόγου




Από την ποιητική συλλογή του Οδυσσέα Ελύτη

« Τα ετεροθαλή »

Ι

Έτσι καθώς εστέκονταν ορθός μπροστά στην Πύλη κι άπαρτος μέσ’ στη λύπη του

Μακριά του κόσμου που η ψυχή του γύρευε να λογαριάσει στο φάρδος Παραδείσου

Και σκληρός πιο κι απ’ την πέτρα που δεν τον είχανε κοιτάξει τρυφερά ποτέ – κάποτε τα στραβά δόντια του άσπριζαν παράξενα

Κι όπως περνούσε με το βλέμμα του λίγο πιο πάνω απ’ τους ανθρώπους κι έβγανε απ’ όλους

Έναν που του χαμογελούσε τον Αληθινόν που ο χάρος δεν τον έπιανε

Πρόσεχε να προφέρει καθαρά τη λέξη θ ά λ α σ σ α έτσι που να γυαλίσουν μέσα της όλα τα δελφίνια

Κι η ερημιά πολλή που να χωρά ο Θεός κι η κάθε μια σταγόνα σταθερή στον ήλιο ν’ ανεβαίνει

Νέος ακόμα είχε δει στους ώμους των μεγάλων τα χρυσά να λάμπουν και να φεύγουν

Και μια νύχτα θυμάται σ’ ώρα μεγάλης τρικυμίας βόγκηξε ο λαιμός του πόντου τόσο που θολώθη μα δεν έστερξε να του σταθεί

Βαρύς ο κόσμος να τον ζήσεις όμως για λίγη περηφάνια το άξιζε

ΙΙ

Θε μου και τώρα τι Που ‘ χε με χίλιους να παλέψει

χώρια με τη μοναξιά του ποιος αυτός πού ’ξερε μ’ ένα λόγο του να δώσει ολάκερης της γης να ξεδιψάσει τι

Που όλα του τά ‘χαν πάρει Και τα πέδιλά του τα σταυροδετά και το τρικράνι του το μυτερό και το τειχιό που καβαλούσε κάθε απομεσήμερο να κρατάει τα γκέμια ενάντια στον καιρό σα ζόρικο και πηδηχτό βαρκάκι

Και μια φούχτα λουίζα που την είχε τρίψει στα μάγουλα ενός κοριτσιού μεσάνυχτα να το φιλήσει ( πώς κουρναλίζαν τα νερά του φεγγαριού στα πέτρινα τα σκαλοπάτια τρεις γκρεμούς πάνω απ’ τη θάλασσα…)

Μεσημέρι από νύχτα Και μήτ’ ένας πλάι του Μονάχα οι λέξεις του οι πιστές πού’ σμιγαν όλα τους τα χρώματα ν’ αφήσουν μέσ’ στο χέρι του μια λόγχη από άσπρο φως

Και αντίκρυ σ’ όλο των τειχών το μάκρος μυρμηκιά οι χυμένες μέσ’ στον γύψο κεφαλές όσο έπαιρνε το μάτι του

«Μεσημέρι από νύχτα – όλ’ η ζωή μια λάμψη ! » φώναξε κι όρμησε μέσ’ στο σωρό σύρνοντας πίσω του χρυσή γραμμή ατελεύτητη

Κι αμέσως ένιωσε ξεκινημένη από μακριά η στερνή χλομάδα να τον κυριεύει

ΙΙΙ

Τώρα καθώς του ήλιου η φτερωτή ολοένα γυρνούσε και πιο γρήγορα οι αυλές βουτούσαν μέσα στον χειμώνα κι έβγαιναν πάλι κατακόκκινες απ’ τα γεράνια

Κι οι μικροί δροσεροί τρούλοι όμοια μέδουσες γαλάζιες έφταναν κάθε φορά και πιο ψηλά στ’ ασήμια που τα ψιλοδούλευε ο αγέρας γι’ άλλων καιρών πιο μακρινών το εικόνισμα

Κόρες παρθένες φέγγοντας η αγκαλιά τους ένα θερινό ξημέρωμα φρέσκα βαγιόφυλλα και της μυρσίνης της ξεριζωμένης των βυθών σταλάζοντας ιώδιο , τα κλωνάρια

Του’ φερναν Ενώ κάτω απ’ τα πόδια του άκουγε στη μεγάλη καταβόθρα να καταποντίζονται πλώρες μαύρων καραβιών τ’ αρχαία και καπνισμένα πλοία όθε με στυλωμένο μάτι ορθές ακόμη Θεομήτορες επιτιμούσανε

Αναποδογυρισμένα στις χωματερές αλόγατα σωρός τα χτίσματα μικρά μεγάλα θρουβαλιασμός και σκόνης άναμμα μεσ’ στον αέρα

Πάντοτε με μια λέξη μεσ’ στα δόντια του άσπαστη κειτάμενος

Αυτός

ο τελευταίος Έλληνας !

1969.-


I